Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησιαστικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησιαστικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013

Ιερέας στην Καβάλα τραγουδάει για τα παιδιά






Ιερέας στην Καβάλα τραγουδάει για τα παιδιά






Μαζί του και ένα 8χρονο κοριτσάκι

«Όλου του κόσμου τα παιδιά είναι παιδιά μας», είναι το σύνθημα του νεαρού Ιερέα από την Καβάλα Πρεσβ. Σάββα Κυράζογλου.

Όπως αναφέρει το romfea.gr, πλήθος κόσμου παρακολούθησε την για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, εκδήλωση για τα παιδιά που διοργάνωσε ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου Παληού Καβάλας, την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013 στο Γυμναστήριο του Δημοτικού Σχολείου του Παληού.

Εμπνευστής αυτής της εκδήλωσης ήταν και πάλι ο Πρεσβύτερος Σάββας Κυράζογλου, ένας νεαρός ιερέας με αγάπη για τον συνάνθρωπο και με μια ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι στα παιδιά.

Ο νεαρός ιερέας δεν δίστασε ακόμη και να οπτικοποιήσει ένα από τα τραγούδια που γράφει για τα παιδιά, σε Studio της πόλης, ερμηνεύοντάς το μαζί με ένα μόλις 8 ετών κοριτσάκι τη Χαρά-Μιχαέλα Παπαδοπούλου.

Πρόκειται για ένα τραγούδι, που φέρει τίτλο «Αν είσαι δίπλα μου».  Το τραγούδι αυτό ήταν μια αφιέρωση ψυχής σε ένα 5 ετών κοριτσάκι που πέθανε από καρκίνο.

Πολλά τα μηνύματα, που πέρασε σε μικρούς και μεγάλους, μέσα από τραγούδια, θεατρικά και βίντεο που ο ίδιος δημιούργησε, σε συνεργασία με τον συνομιλητή του παιδοψυχολόγο κ. Παναγιώτη Σαμαρά, έχοντας ως θέμα τα αθώα παιδιά στη Συρία που άδικα θυσιάζονται στο βωμό των συμφερόντων και τα παιδιά που πάσχουν από καρκίνο.





















π.  Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος



Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Η χρήση και ο συμβολισμός του αρχιερατικού ωμοφορίου






Το ωμοφόριο συνιστά το κατεξοχήν αρχιερατικό άμφιο. «Τὸ ὠμοφόριον ἀπέβη τὸ διακριτικὸν τοῦ ἐπισκοπικοῦ βαθμοῦ καὶ τῆς ἐπισκοπικῆς ἐξουσίας ἄμφιον, τόσον ὥστε ἡ κατάθεσις τοῦ ὠμοφορίου ὑπὸ τοῦ ἐπισκόπου νὰ σημαίνῃ κατάθεσιν τῆς ἐπισκοπικῆς ἐξουσίας», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κ. Κούρκουλας. «Συνίσταται ἐκ μιᾶς μακρᾶς ταινίας ἐκ μαλλίνου ὑλικοῦ ὑφάσματος, διερχόμενον διὰ τοῦ λαιμοῦ μὲ τὰ ἄκρα αὐτοῦ πίπτοντα ἔμπροσθεν καὶ ὄπισθεν ἕως τῶν γονάτων, ἢ καὶ κατώτερον, καὶ ἐπ’ αὐτοῦ εἶναι κεντημένοι σταυροὶ». Όπως δηλώνει και η ονομασία του, φέρεται στους ώμους του αρχιερέα «ἔμπροσθεν τέ καί ὄπισθεν» και δείχνει «τὴν ἐκ Παρθένου δι’ ἡμᾶς σάρκωσιν καὶ ἐνανθρώπησιν τοῦ Λόγου». Επίσης, επ’ αυτού τοποθετούνται  τέσσερις σταυροί, δύο στο στήθος και από ένας σε κάθε άκρη του. Αυτοί οι τέσσερις σταυροί δηλώνουν τη Σταύρωση του Χριστού.




agiou-filotheou-kokkinou-sakkos





Ο σημαντικότερος συμβολισμός του ωμοφορίου συναντάται στην εργογραφία του Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης. Ο αρχιεπίσκοπος της πάλαι ποτέ βυζαντινής συμβασιλεύουσας παρομοιάζει το αρχιερατικό ένδυμα με το απολωλός πρόβατο της ευαγγελικής περικοπής, το οποίο «ἐπὶ τῶν ὤμων ἔλαβεν ὁ Σωτὴρ». Στην παρούσα συνάφεια, ως πρόβατο εννοεί «τὴν ἡμετέραν φύσιν», δηλαδή την μεταπτωτική ανθρώπινη φύση που ακολούθησε πορεία διάστασης από τον Θεό, ο οποίος γίνεται άνθρωπος, την προσεγγίζει, την αίρει επί των ώμων και την οδηγεί προς τη σωτηρία. Ο συμβολισμός γίνεται πιο κατανοητός, εάν συνυπολογίσουμε και το στοιχείο ότι το ωμοφόριο πρέπει να είναι κατασκευασμένο από έριον, δηλαδή μάλλινο ύφασμα. Έτσι, η συμβολική του αμνού γίνεται ευκρινέστερη. Η παραβολή του ωμοφορίου προς τον αμνό επεκτείνεται και στο σταυρικό πάθος του Κυρίου, καθώς «καὶ αὐτὸς ἀμνὸς ἐκλήθῃ σφαγιασθεῖς ὑπὲρ ἠμῶν». Η συμβολική του ωμοφορίου ως αμνού επηρεάζει ανάλογα και την απόχρωσή του. Το ωμοφόριο πρέπει να είναι λευκό, όπως λευκό είναι και το χρώμα του μαλλιού του αμνού.
Ο αρχιερέας εκβάλλει το ωμοφόριο πριν από την ανάγνωση του Ευαγγελίου κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, δηλώνοντας την υποταγή του προς τον Σωτήρα. «Οὐ τολμᾶ γὰρ ὁ ἀρχιερεὺς αὐτὸ περιτίθεσθαι, μαρτυροῦν αὐτὸν σαρκωθέντα τὲ καὶ παθόντα καὶ ζῶντα, ἀναγιγνωσκομένων τῶν ρημάτων αὐτοῦ· ὅτι αὐτὸς ἐστιν ὁ λαλῶν». Καθώς, λοιπόν, το ωμοφόριο θυμίζει την επί γης δράση του Κυρίου και στο ίδιο το Ευαγγέλιο ο ίδιος ο Κύριος εμφανίζεται να δρα και να ομιλεί, ο αρχιερέας απεκδύεται το ωμοφόριο από σεβασμό και ένδειξη πλήρους υποταγής στον Κύριο.
Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εισόδου, το ωμοφόριο προτάσσεται της λιτανευτικής πομπής, καθώς «ἔμπροσθεν τὸν Σταυρὸν ἔχον, τὸ σημεῖον ἐμφαῖνον τοῦ Ἰησοῦ, ὃ τότε ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ φανήσεται ὡς γέγραπται». Ο αρχιερέας επανενδύεται το ωμοφόριό του μετά την ολοκλήρωση της Εισόδου των Αγίων, αφού αποτελεί βασικό άμφιο και είναι αναγκαίο να το φέρει κατά τη μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου.
Από τον ΙΖ’ αιώνα και εξής, το αρχιερατικό ωμοφόριο διακρίνεται σε δύο είδη, το μεγάλο και το μικρό. Το μεγάλο ωμοφόριο είναι το ίδιο με αυτό στο οποίο αναφέρεται η πατερική λειτουργική γραμματεία και περιγράφηκε ανωτέρω. Το μικρό ωμοφόριο είναι βραχύτερο. Περιβάλλει τον τράχηλο του αρχιερέα, έχοντας και τις δύο απολήξεις του επί του στήθους του λειτουργού.
Το μικρό ωμοφόριο υιοθετήθηκε στην αρχιερατική αμφίεση εξαιτίας της δυσχρηστίας του μεγάλου μεγέθους του αρχικού ωμοφορίου. Η εισαγωγή του μικρού ωμοφορίου δεν σημαίνει την κατάργηση του παλαιότερου μεγάλου, αλλά την παράλληλη χρησιμοποίηση και των δύο σε διαφορετικές περιστάσεις. Το μικρό ωμοφόριο χρησιμοποιείται στη Θεία Λειτουργία από τη Μεγάλη Είσοδο και εξής, αλλά και κατά την τέλεση άλλων μυστηρίων και ιεροπραξιών, όπου ο αρχιερέας χρειάζεται ευχέρεια κινήσεων.
Η υποκατάσταση του μεγάλου ωμοφορίου από το μικρό ωμοφόριο είναι θεμιτή ως ένα βαθμό. Υπάρχουν στιγμές της θείας λατρείας μοναδικές και ανεπανάληπτες, στις οποίες επιβάλλεται η χρήση του μεγάλου ωμοφορίου. Μία εξ αυτών, μάλιστα η κυριότερη και καιριότερη, είναι το μυστήριο της χειροτονίας. Δεν νοείται να τελείται χειροτονία υπό αρχιερέως με το μικρό ωμοφόριο, το οποίο συνιστά μία κοινή, πρακτική, περικεκομμένη παραλλαγή του μεγάλου ωμοφορίου.
Η αναγκαιότητα χρήσης του μεγάλου ωμοφορίου στη χειροτονία θεμελιώνεται μέσα από τη συμβολική της μετάβασης από τον πρώτο ως και τον τρίτο ιερατικό βαθμό, αλλά και τη συνέχεια και ολοκλήρωση στον αρχιερέα του μυστηρίου της ιερωσύνης, την οποία καταλείπει στην εργογραφία του ο Συμεών Θεσσαλονίκης. Η συνέχεια της ιερωσύνης εκφράζεται συμβολικά με τη σταδιακή αναδίπλωση του διακονικού οραρίου σε ιερατικό επιτραχήλιο και του ιερατικού επιτραχηλίου σε αρχιερατικό ωμοφόριο κατά τις αντίστοιχες χειροτονητήριες τελετές. Ως εκ τούτων, ο αρχιερέας οφείλει να τελεί το μυστήριο της χειροτονίας με τη χρήση του μεγάλου ωμοφορίου, ανεξάρτητα από τον βαθμό ιερωσύνης του χειροτονούμενου.
Ως προς την προέλευση των δύο ωμοφορίων, ο μακαριστός αρχιμανδρίτης Βασίλειος Στεφανίδης σημειώνει την πιθανότητα καταβολής τους από τον μοναχισμό. Ως γέφυρα μεταβίβασής τους από τον μοναχισμό στους αρχιερείς μνημονεύει τον Ευστάθιο Σεβαστείας. Έχοντας τη μοναχική ιδιότητα προ της χειροτονίας του, διατήρησε τα μοναχικά ωμοφόρια όταν έγινε αρχιερέας. Η θεωρία αυτή αντιτίθεται προς την επικρατούσα χρονολόγηση διάκρισης των δύο ωμοφορίων. Συνεξετάζοντας την απουσία αναφορών για το μικρό ωμοφόριο σε όλη την βυζαντινή λειτουργική παράδοση, συμπεραίνουμε ότι είναι σαφώς μεταγενέστερο. Οπότε, το μικρό ωμοφόριο εισάγεται σε χρήση τουλάχιστον μετά τον ΙΕ’ αιώνα.
Όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση, το ωμοφόριο είναι δημιούργημα της Ανατολής, το οποίο μετέπειτα διαδίδεται στη Δύση. Σύμφωνα με τον Β. Στεφανίδη, η προέλευσή του είναι καθαρά εκκλησιαστική και ανεπηρέαστη από κοσμικούς παράγοντες. Το αντίθετο συνέβη ως προς την ποιότητά του. Πιθανή είναι η επίδραση στην πολυτέλεια και την ποιότητα των υλικών ύφανσης του ωμοφορίου από αντίστοιχα ενδύματα των Ρωμαίων υπάτων. Το στοιχείο αυτό τελεί σε αναντιστοιχία με τη σύγχρονη πρακτική. Στην Ανατολική Εκκλησία το ωμοφόριο είναι ιδιαίτερα πεπλατυσμένο και ενίοτε υπερβολικά διακοσμημένο. Αντίθετα, η Δυτική Εκκλησία χρησιμοποιεί ωμοφόρια απλούστερης μορφής και υφάνσεως, τα οποία ομοιάζουν περισσότερο από τα της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην αρχαία περί αμφίων παράδοση.
Η εισαγωγή και ιδιαίτερη προβολή δευτερευόντων στοιχείων της αρχιερατικής αμφίεσης κατά την περίοδο μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, όπως ο σάκκος, η μίτρα κλπ., επισκίασαν τη σημασία του ωμοφορίου για τη λειτουργική αμφίεση του αρχιερέα. Η επιβάρυνση του αρχιερέα με άμφια κοσμικής προέλευσης, αν και δεν παραβλάπτει σε μεγάλο βαθμό την αρχιερατική αμφίεση, οφείλει να μην υποβιβάζει τη χρήση και τη σημασία του ωμοφορίου. Ο αρχιερέας, ο ποιμένας της επισκοπής, ο οποίος φέρει επί των ώμων το ωμοφόριο, είναι για την τοπική Εκκλησία τύπος και τόπος του ποιμένα – Χριστού, της μοναδικής κεφαλής του εκκλησιακού σώματος. Ως ποιμένας ζει και δρα για την ασφάλεια και πνευματική ακεραιότητα της ποίμνης του. Σε κάθε κίνδυνο των ποιμαινομένων τρέχει προς τον πνευματικό κρημνό, σώζει τον εμπερίστατο αδελφό και ως άλλος βιβλικός ποιμένας επαναφέρει στην ασφάλεια της ποίμνης τον λογικό αμνό. Αυτός ο λογικός αμνός εικονίζεται από το ωμοφόριο και θυμίζει στον αρχιερέα την αποστολή του μέσα την Εκκλησία, τη λογική  ποίμνη του Χριστού.









π.  Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  



Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Κόσμος κλαίει από δέος. Δακρύζουν οι εικόνες του Ταξιάρχη στη Ρόδο!








Για θαύμα κάνουν λόγο οι πιστοί στην Ρόδο, που αναφέρουν ότι από νωρίς το πρωί όταν άνοιξαν τις πόρτες τις εκκλησίας στον Ιερό Ναό Ταξιαρχών στο Παλιό Νεκροταφείο Ιαλυσού, συνειδητοποίησαν ότι οι δυο εικόνες του Ταξιάρχη δάκρυζαν!



Έκτοτε πλήθος πιστών συρρέει στην εκκλησία για να προσκυνήσει την Εικόνα. Τώρα συνεχίζει να δακρύζει η μεγάλη εικόνα του Ταξιάρχη.
Όπως αναφέρει το rodosreport. gr, περίπου στις δυο το μεσημέρι, στο σημείο μετέβη ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρόδου κ. Κύριλος, ο οποίος προσκύνησε την εικόνα, την εξέτασε και έδωσε εντολή να μεταφερθεί στην Εκκλησία της Ιαλυσού, στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου θα ακολουθήσει παράκληση.

Ήταν αρκετά προσεκτικός και δεν θέλησε να κάνει δηλώσεις μέχρι να εξακριβωθεί περί τίνος πρόκειται, αν και φαίνεται να πιστεύει ότι πρόκειται για θαύμα του Ταξιάρχη εφόσον δεν υπάρχουν ενδείξεις κάποιου άλλου γεγονότος που να προκαλεί τα δάκρυα.
Οι πιστοί, όπως και ο εφημέριος του Ναού π. Απόστολος, σκουπίζουν τα δάκρυα του Ταξιάρχη και η εικόνα συνεχίζει ασταμάτητα να δακρύζει. H εικόνα άλλαξε περιβάλλον για να εξετάσουν αν θα συνεχίσει να δακρύζει ενώ διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχει υγρασία πίσω από την εικόνα.
Κόσμος προσκυνάει, προσεύχεται κλαίει από δέος και συγκίνηση μπροστά στον Ταξιάρχη και εύχεται να τους προστατέψει, καθώς πιστεύουν ότι όταν οι εικόνες δακρύζουν, δεν είναι καλό σημάδι.
Προσπαθούν με λίγο βαμβάκι να σκουπίσουν τα δάκρυα και να τα έχουν σαν φυλαχτό. Όσο περνάει η ώρα, όλο και περισσότερος κόσμος σπεύδει να προσκυνήσει τον Ταξιάρχη. Και όλα αυτά, λίγες ημέρες πριν από την Χάρη του.
Όπως πάντα αναφέρεται, όταν οι εικόνες δακρύζουν, είναι σημάδι των καιρών…




















Θεοφάνης  -  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  




Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΩΡΑ Η ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙ ΤΟΥ






1



Σε εξέλιξη βρίσκεται αυτήν την ώρα η Πανηγυρική Θεία Λειτουργία επι τη εορτή του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου στο Ιερό Ησυχαστήριο της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Μήλεσι Μαλακάσας προεξάρχοντος εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου του Μητροπολίτου Φιλαδελφείας Μελίτονος. 
Η Θεία Λειτουργία μεταδίδεται σε απευθείας μετάδοση από τον Τηλεοπτικό Σταθμό 4Ε. 






1





1





1













π. Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος







Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

ΟΙ ΔΙΩΓΜΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΑΡΕΙΑΝΟΥΣ






15








α) Η Α΄ περίοδος των διωγμών εναντίον των Ορθοδόξων (338-363)
Το 325 μ.Χ. συνεκλήθη η Α΄ Αγία και Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. επί της βασιλείας του αγίου ενδόξου θεοστέπτου βασιλέως και Ισαποστόλου Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Η Σύνοδος συνήχθη κατά του αιρετικού Αρείου, ο οποίος βλασφημούσε ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού δεν είναι ομοούσιος με τον Θεό Πατέρα και ακολούθως δεν είναι Θεός αληθινός, αλλά κτίσμα και ποίημα.
Η Σύνοδος, η οποία διήρκησε τρεισήμισι χρόνια, μάς παρέδωσε το κοινό και γνωστό απ’ όλους και ιερό Σύμβολο της Ορθοδόξου πίστεώς μας, με το οποίο ανεκήρυξε τόν Υιό και Λόγο του Θεού, Θεό αληθινό και ομοούσιο με τον Θεό Πατέρα, έχοντας δηλ. την ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και επομένως την ίδια δόξα, εξουσία, κυριότητα και αϊδιότητα και όλα τα υπόλοιπα θεοπρεπή ιδιώματα της θείας φύσεως. Η ίδια Σύνοδος μας παρέδωσε και τον καθορισμό του Πάσχα και εξέδωσε είκοσι ιερούς κανόνες.
Δυστυχώς, μετά την Σύνοδο, δεν επικράτησε ειρήνη. Ο Άρειος μετά την καταδίκη του (330) προσποιήθηκε τον Ορθόδοξο, δίνοντας γενική και αόριστη ομολογία πίστεως[1] και ο Μέγας Κωνσταντίνος διατάσσει να καταλάβει την πρότερα θέση του. Από τώρα και στο εξής αρχίζουν οι επιθέσεις κατά των Ορθοδόξων. Πρώτος συκοφαντείται και εξορίζεται ο άγιος Ευ­στάθιος Αντιοχείας[2].
Τον δρόμο της εξορίας (335-337) ακολούθησε και ο Μ. Αθανάσιος, ο οποίος διαδέχθηκε το 328 τον άγιο Αλέξανδρο στον θρόνο της Αλεξανδρείας και αρνήθηκε να δεχθεί τον Άρειο[3]. Ό μέγας στυλοβάτης και πρόμαχος της Ορθοδοξίας Αθανάσιος θα σηκώσει στους ώμους του, ιδίως σ' αύτη την περίοδο, το μεγαλύτερο βάρος του αγώνος και θα υποστεί τα πάνδεινα. Στα 45 έτη της επισκοπικής του θητείας θα εξορισθεί πέντε φο­ρές, διαμένοντας στην εξορία περισσότερο από 15 έτη!
Τον Μ. Κων/νο διαδέχθηκε στον θρόνο της Ανατολής ο υιός του Κωνστάντιος (337-361). Ο νέος αυτοκράτωρ ήταν ένθερμος υποστηρικτής της αρειανικής αιρέσεως και εγκαινίασε, επίσημα πλέον, την πρώτη πε­ρίοδο των διωγμών κατά των Ορθοδόξων.
Το 340 οι Αρειανοί καθαιρούν και πάλι τον άγιο Αθανάσιο, ο οποίος κατέφυγε στην Ρώμη. Στον θρόνο της Αλεξανδρείας επιβαίνει ο Αρειανός Γρηγόριος ο Καππαδόκης[4]. Οι Ορθόδοξοι έζησαν τότε πολύ δύσκολες στιγμές. «Η εκκλησία και το άγιο βαπτιστήριο παραδίδονται στην φωτιά… Άγιες και αγνές παρθένοι ξεγυμνώνονταν και υφίσταντο ανεπίτρεπτη μεταχείριση. Εάν μάλιστα πρόβαλλαν αντίσταση, έθεταν σε κίνδυνο και αυτή τη ζωή τους. Μοναχοί καταπατούνταν και πέθαιναν και μερικοί μεν ρίχνονταν εδώ κι εκεί,άλλοι δε φο­νεύονταν με ξίφη και ρόπαλα και άλλοι πάλι τραυματίζονταν. Πόσες δε ασέβειες και παρανομίες διαπράχθηκαν επάνω στην Αγία Τράπεζα»[5]!
Η δεύτερη εξορία του Μ. Αθανασίου έληξε το 346, εξαιτίας των ενεργειών του Κώνσταντος, αδελφού του Κωνσταντίου. Μετά τον θάνατο, όμως, του Κώνσταντος (350), ο Κωνστάντιος μένει μονοκράτορας, οι Αρειανοί κερδίζουν έδαφος και με αλλεπάλληλες Συνόδους καταφέρνουν να κατα­δικάσουν για τρίτη φορά τον Μ. Αθανάσιο.
Πράγματι, ο πολύαθλος Ιώβ’ αποχωρίζεται πάλι από το ποίμνιο του. Καταφέρνει, όμως, να διαφύγει την εξορία, βρίσκοντας καταφύγιο κυρίως στην έρημο, στην οποία διέμεινε επί έξι έτη.
O ι. Θεοδώρητος περιγράφει πολύ παραστατικά τα απάνθρωπα έρ­γα του νέου επιβήτωρος του αλεξανδρινού θρόνου, του Αρειανού Γεωργίου : «Ο Γεώργιος ανάγκαζε εκείνες, που είχαν υποσχεθεί να φυλάξουν ισόβια παρθενία, όχι μόνο να αρνηθούν την εκκλησιαστική κοινωνία με τον Αθανάσιο, αλλά και να αναθεματίσουν την πίστη των Πατέρων. Είχε δε συνεργό στην ωμότητά του κάποιο στρατιωτικό διοικητή Σεβαστιανό. Αυτός, αφού άναψε φωτιά στο κέντρο της πόλεως και έβαλε γύρω απ‘αυτή τις παρθένες γυμνές, τις διέταζε να αρνηθούν την πίστη τους. Οι δε παρθένες, αν και βρίσκονταν μπροστά σε πιστούς και απίστους σaν ένα φοβερό και ελεεινό θέαμα, θεωρούσαν σαν μεγίστη τιμή την ατιμία και υπέμειναν ευχάριστα τις μαστιγώσεις για χάρη της πίστεως...
Άλλοτε, αφού άναψε φωτιά και έβαλε τις παρθένες να στέκονται δίπλα στις φλό­γες, τις ανάγκαζε να λένε ότι έχουν την ίδια πίστη με τον Άρειο. Επειδή, όμως, τις έβλεπε να τον νικούν και να μη νοιάζονται για την φωτιά, τις γύμνωσε και κατέκοψε τόσο πολύ τα πρόσωπά τους, ώστε μόλις αναγνωρίζονταν μετά από πολύ χρόνο. Συνέλαβε, επίσης, και σαράντα άνδρες, τους οποίους βασάνισε με πρωτοφανή τρόπο : Έκοψε στα γρήγορα ράβδους από τους φοίνικες, οι οποίοι είχαν ακόμη μέσα τους τα σουβλερά αγκάθια. Έπειτα τους έδειρε δυνατά στα οπίσθια, ώστε μερικοί να χειρουργηθούν πολλές φορές για τα αγκάθια, που έμειναν μέσα τους, άλλοι δε πάλι, που δεν άντεξαν την δοκιμασία, να πεθάνουν»[6]. Άλλοτε πάλι ο Σεβαστιανός «πολλάς αειπαρθένους εν τη εκκλησία του αγίου Θεωνά του επισκόπου βέλεσιν εφόνευσε»[7].
Ο Κωνστάντιος πέθανε το 361, ο δε νέος αυτοκράτορας Ιουλιανός επέ­τρεψε να επιστρέψουν όλοι οι εξόριστοι στις θέσεις τους, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Μ. Αθανάσιος[8]. Ο Ιουλιανός προσπάθησε να επαναφέρει στο κράτος του την ειδωλολατρεία, ο σύντομος θάνατός του, όμως, ματαίωσε τα σχέδια του.
Σ’ αυτήν ακριβώς την περίοδο των πρώτων διωγμών των Ορθοδόξων από τους Αρειανούς (337-363) οι μοναχοί, όπως οι Μ. Αντώνιος[9], Όσιος Παχώμιος, Όσιος Θεόδωρος ο Ηγιασμένος, Όσιος Ιλαρίων[10],έγιναν συμμέτοχοι των αγώνων και των θλίψεων των πιστών για την διαφύλαξη της πίστεως των 318 αγίων και θεοφόρων Πατέρων.

β) Η Β΄ περίοδος των διωγμών των Ορθοδόξων από τον αυτοκράτορα Ουάλεντα (364-378)
Μετά τον θάνατο του Ιουλιανού βασίλευσε στην Ανατολή ο Ορθόδοξος και ευσεβής Ιοβιανός, για λίγο όμως διάστημα. Ο νέος αυτοκράτορας Ουάλης ήταν σφοδρός Αρειανός και έγινε ο υπαίτιος για την έναρξη της δεύτερης περιόδου των διωγμών κατά των Ορθοδόξων. Μεταξύ των πολλών ‘κατορθωμάτων’ του ασεβούς βασιλέως αναφέρεται και το εξής : «Κάποτε ήλθαν στην Νικομήδεια, για να τον συναντήσουν, ογδόντα ιερωμένοι, ως απεσταλμένοι των Ορθοδόξων. Εκείνος τότε διέταξε να καούν όλοι, μέσα στο καράβι που τους μετέφερε»[11]! Ο άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος ομιλεί για το φρικτό αυτό γεγονός, λέγοντας : «Πρεσβυτέρων εμπρησμοί θαλάττιοι»[12].
Ο Ουάλης συμπεριφερόταν με απαράδεκτο τρόπο και στους μοναχούς, τους οποίους ανάγκαζε να στρατεύονται και να πηγαίνουν στον πόλεμο[13]. Ο άγιος Ιερώνυμος, που επισκέφθηκε την Νιτρία, αναφέρει, ότι ο Ουάλης απέσπασε από την έρημο 5.900 μοναχούς και τους έστειλε βίαια στο στρατό[14]. Ο Ουάλης εξόρισε, επίσης, και τον Μ. Αθανά­σιο. Μετά, όμως, από λίγους μήνες, λόγω της αντιδράσεως του λαού, τού επέτρεψε να επιστρέψει στην Αλεξάνδρεια, στην οποία παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του (373)[15].
Αλλά, και στην Αντιόχεια η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη. Μετά την εξορία του αγίου Ευσταθίου (330), οι Αρειανοί κυριαρχούσαν και σε χρονικό διάστημα 30 ετών ανήλθαν στον θρόνο της επτά αρειανοί επίσκοποι! Το 360 χειροτονείται από τους Αρειανούς ως επίσκοπος της πόλεως αυτής ο άγιος Μελέτιος. Ο θείος, όμως, αυτός άνδρας ομολόγησε αμέσως την Ορθόδοξη πίστη και «την αξιέπαινον εκείνην αφήκε φωνήν : Τρία τα νοούμενα, ως ενί δε διαλεγόμεθα»[16]. Η ομολογία του αυτή είχε βέβαια ως συνέπεια να εξορισθεί αστραπιαία, ενώ τον θρόνο του κατέλαβε ο Αρειανός Ευζώιος. Όταν ο βασιλιάς Ιουλιανός, μετά από δύο περίπου έτη, επέτρεψε στον Με­λέτιο να επιστρέψει στην Αντιόχεια, η κατάσταση ήταν τραγική. Ο ιερός Μελέτιος και οι Ορθόδοξοι είχαν μία μόνο εκκλησία -κι αυτή έξω της πόλεως- ενώ ο Ευζώιος είχε στην κατοχή του όλες τις εκκλησίες[17]. Υ­πήρχε και ο Ορθόδοξος Παυλίνος, οπαδός όμως του αγίου Ευσταθίου, με μία και αυτός μόνο μικρή εκκλησία.
Στη συνέχεια, ο Μέγας Μελέτιος εξορίσθηκε δύο φορές από τον Ουά­λεντα (365-367 και 371-379)[18], ενώ τον αγώνα του τον συνεχίζουν οι πρεσ­βύτεροι Φλαβιανός και Διόδωρος (μετέπειτα επίσκοποι Αντιοχείας και Ταρσού αντίστοιχα). Τον δραματικό αγώνα των δύο αυτών Πατέρων, κα­θώς και των μοναχών Αφραάτου και Ιουλιανού για την διαποίμανση του «μικρού ποιμνίου»[19] περιγράφει παραστατικώτατα ο ι. Θεοδώρητος.
Στο μεταξύ στην Αλεξάνδρεια ο διάδοχος του Μ. Αθανασίου Πέ­τρος, διώκεται γρήγορα και στον θρόνο του επιβαίνει ο αιρετικός Λούκιος. «Τότε πολλοί των ορθοδόξων ανδρών, και γυναικών παρθένων αθέως ηκίσθησαν, πολλοί δε και εν βασάνοις ετελειώθησαν»[20], «Κατήλθεν εις Αλεξάνδρειαν ο Αντιο­χείας Ευζώιος, καί παρέδωκε τω Λουκίω τας Εκκλησίας των Ορθοδόξων. Εξ ου (Ευζωΐου) δε τι κακά γεγόνασι και διωγμοί εις την Αίγυπτον και Αντιόχειαν και Καππαδοκίαν, Αισχύλος ή Σοφοκλής ίσως ετραγώδουν ικανώς τας τοιαύτας συμ­φοράς, ή οικειότερον ειπείν Ιερεμίου χρεία, ίνα θρηνήση τον κατά του Σωτήρος Χριστού άσπονδον των ασεβών πόλεμον»[21].
Στην Καππαδοκία την εποχή αυτή δεσπόζει από Ορθοδόξου πλευράς η μορφή του Μ.Βασιλείου. Ο ουρανοφάντωρ Άγιος είναι και ο ηγέτης όλης της αγωνιζομένης Ανατολής με συναρωγούς τον αδελφό του, άγιο Γρηγόριο Νύσσης, τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον άγιο Ευσέβιο Σαμοσάτων. Στις συγκινητικές γραμμές μιας επιστολής του προς τους Ορθοδόξους επισκόπους της Δύσεως, ο πρόμαχος της Ορθοδοξίας Βασίλειος διεκτραγωδεί με τον καλύτερο τρόπο τα μεγάλα δεινά της εποχής του :
«Διωγμός μάς κατέλαβε, αδελφοί τιμιότατοι, και διωγμών ό βαρύτατος. Διότι διώκονται οι ποιμένες, για να διασκορπισθούν τα ποίμνια[22]. Και το ακόμη σκληρότερο είναι ότι, ενώ, όσοι κακοποιούνται, υπομένουν τα παθήματα με την εσωτερική βεβαιότητα του μαρτυρίου, παρά ταύτα τα πλήθη δεν τιμούν τους αθλητές της πίστεως ως μάρτυρας, επειδή το χριστιανικό όνομα ανήκει και στους διώκτες. Ένα είναι τώρα το αδίκημα, το οποίο τιμωρείται σκληρά : η ακριβής τή­ρηση των πατρικών Παραδόσεων. Γι' αυτόν και μόνο τον λόγο εξορίζονται οι ευσε­βείς από τις πατρίδες τους και οδηγούνται στις ερήμους...
...Εξορίες πρεσβυτέρων, εξορίες διακόνων, λεηλασία όλων των κληρικών. Διότι κατ’ ανάγκη ή θα ‘προσκυνήσουν την εικόνα’[23], ή θα παραδοθούν στην οδυνηρή φλόγα των μαστιγώσεων. Έπειτα, ακολουθούν στεναγμοί των λαών, συνε­χή δάκρυα είτε κατ' ιδίαν είτε δημόσια, επειδή όλοι θρηνούν αναμεταξύ τους τα παθήματά τους… Όλοι ακούγονται να θρηνούν στην πόλη, στους αγρούς, στους δρόμους, στις ερήμους. Ακούγεται μια θλιβερή φωνή, καθώς όλοι ομιλούν για τα θλιβερά γεγονότα.
Απομακρύνθηκε η χαρά και η πνευματική ευφροσύνη. Οι εορτές μας μεταβλήθη­καν σε πένθος[24], οι οίκοι των προσευχών έχουν κλείσει, τα θυσιαστήρια της πνευματικής λατρείας αργούν. Δεν γίνονται πλέον πνευματικές συναθροίσεις των Χριστιανών, δεν κηρύττουν οι δάσκαλοι, δεν γίνονται οι σωτήριες διδαχές ούτε πα­νηγύρεις ούτε νυχτερινές υμνωδίες. Δεν υπάρχει πλέον η μακαρία εκείνη αγαλλίαση των ψυχών, η οποία γεννάται στις ψυχές αυτών, που πιστεύουν στον Κύριο κατά τις λατρευτικές συνάξεις και την συμμετοχή στα πνευματικά χαρίσματα...
Στους μοναχούς της Βερροίας ο θείος Βασίλειος έγραφε : «Στέναξα, όταν άκουσα πως ξεσηκώθηκε εναντίον σας ο άγριος εκείνος διωγμός και ότι οι ‘εις κρί­σεις και μάχας νηστεύσαντες[25]’ επιτέθηκαν αμέσως μετά το Πάσχα εναντίον των σκηνωμάτων σας και παρέδωσαν στις φλόγες τους κόπους σας»[26].
Άλλοι μοναχοί, οι οποίοι αγωνίσθηκαν αυτή την περίοδο εναντίον των Αρειανών είναι οι ?σιος Αφραάτης, Όσιος Ιουλιανός, αββάς Μακάριος ο Αλεξανδρεύς, αββάς Μακάριος ο πολιτικός, ?σιος Παμβώ, ?σιος Ηρακλείδης, αββάς Αγάθων, αββάς Σισώης, αββάς Θεόδωρος της Φέρμης, αββάς, Ώρ, αββάς Ησαΐας, μοναχός Μωυσής, Όσιος Ισαάκιος, Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, Όσιος Σεραπίων και Όσιος Μαρκιανός [27].
Κατακλείουμε το παρόν άρθρο λέγοντας ότι κατάλοιπο της αιρέσεως του Αρειανισμού στην εποχή μας είναι η αίρεση των ψευδομαρτύρων του Ιεχωβά[28]. Χειρότερες αιρέσεις από αυτή του Ιεχωβισμού είναι οι αιρέσεις του Παπισμού, του Προτεσταντισμού και του Μονοφυστισμού. Η χειρότερη, όμως, αίρεση απ’όλες τις προηγούμενες, που μαστίζει το σύγχρονο εκκλησιαστικό γίγνεσθαι, είναι η παναίρεση του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητιστικού Οικουμενισμού[29]. Οι διωγμοί της Εκκλησίας δεν σταματούν μόνο στην εποχή του Αρειανισμού. Συνεχίζονται και σήμερα. Οι παναιρετικοί Οικουμενιστές διώκουν στην εποχή μας τους αντιοικουμενιστές[30]. 







Γράφει ο Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος
Πηγή:  thriskeftika.blogspot.gr








Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος   




Η ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΧΕΡΟΥΒΙΚΟΥ







15









Ευχή ην ποιεί ο Ιερεύς καθ’ εαυτόν του Χερουβικού αδομένου.


(Ευχή που κάνει ο ιερέας μόνος του για τον εαυτό του, όταν ψάλλεται το Χερουβικό).



       Όταν αρχίσει να ψάλλεται ο Χερουβικός Ύμνος, αρχίζει κι ο λειτουργός ιερέας, μπροστά στην αγία Τράπεζα, να διαβάζει «καθ’ εαυτόν» και «υπέρ εαυτού» την ευχή, όπως λέγεται, του Χερουβικοί Ύμνου. Είναι μια προσωπική και εξομολογητική ευχή του ιερέα, από τις πιο δυνατές και θεόπνευστες ευχές της θείας Λειτουργίας. Στις δύο ευχές των πιστών πιο πρώτα πάλι ο λειτουργός ιερέας παρακάλεσε για τον εαυτό του, μα τώρα πιο πολύ αισθάνεται την ανάγκη να εξομολογηθεί και να μιλήσει «ενώπιος ενωπίω» προς τον Ιησού Χριστό, τον αιώνιο και μέγα Αρχιερέα της Εκκλησίας. Είναι από τις λίγες ευχές της θείας Λειτουργίας, που λέγονται προς τον Ιησού Χριστό, και είναι η μόνη απ’ όλες τις ευχές που πρέπει να λέγεται μυστικά, όσο που να ακούνε μόνο οι συλλειτουργοί ιερείς. Θα εξηγήσουμε και θα αναλύσουμε  όσο μπορέσουμε την ευχή, που καθώς όλες οι ευχές χωρίζεται σε δυο μέρη, έτσι όπως την χωρίζουμε κι εμείς στη σημερινή ομιλία.
Ο λειτουργός αρχίζει με μια συντριπτική ομολογία, με την οποία κάθε ιερέας τοποθετείται ενώπιον του Θεού. Το να υπηρετεί κανένας το Θεό και να τελεί τη θεία Λειτουργία είναι μεγάλο και φοβερό όχι μόνο σε κάθε άνθρωπο, αλλά και σ’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις. «Ουδείς άξιος των συνδεδεμένων ταις σαρκικαίς επιθυμίαις και ηδοναίς προσέρχεσθαι ή προσεγγίζειν ή λειτουργείν σοι, Βασιλεύ της δόξης· το γαρ διακονείν σοι μέ­γα και φοβερόν και αυταίς ταις επουρανίαις δυνάμεσιν». Κανένας, από εκείνους που είναι δεμένοι με τις σαρκικές επιθυμίες και ηδονές, δεν είναι άξιος να έρχεται και να πλησιάζει και να σε λειτουργεί, ένδοξε Βασιλέα. Γιατί να σε υπηρετεί κανένας είναι μεγάλο και φοβερό και σ’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις. Κανένας ιερέας ποτέ δεν πλησιάζει στην αγία Τράπεζα, για να κάνει τη θεία Λειτουργία, πιστεύοντας στην αγιότητά του. Αν γελαστεί και το πιστέψει πως είναι άγιος, δεν πρέπει να λειτουργεί. Αλλά εδώ δεν κάνει να λέμε πολλά, γιατί όσο περισσότερα λέμε, τόσο χειρότερα για μας. Εδώ κάνουμε το σταυρό μας, σιωπούμε και ζητούμε το έλεος του Θεού.
Γιατί ο Θεός, γνωρίζοντας την αξία του ανθρώπου, κι όταν ο άνθρωπος πέφτει και αμαρτάνει, και άνθρωπος έγινε καί αρχιερέας υπήρξε και το θείο μυστήριο της Ευχαριστίας σύστησε, και αντί για Αγγέλους εδώ στη γη ανθρώπους έβαλε για να τον υπηρετούν. «Αλλ’ όμως διά την άφατον και αμέτρητόν σου φιλανθρωπίαν ατρέπτως και αναλλοιώτως γέγονας άνθρωπος και αρχιερεύς ημών εχρημάτισας και της λειτουργικής ταύτης και αναιμάκτου θυσίας την ιερουργίαν παρέδωκας ημίν, ως Δεσπότης των απάντων». Αλλ’ όμως για την ανέκφραστη και αμέτρητη φιλανθρωπία σου, χωρίς να πάψεις να είσαι Θεός και χωρίς να αλλάξεις, έγινες άνθρωπος και υπήρξες αρχιερέας μας και μας ἄφησες αυτήν εδώ τη λειτουργία και την ιερουργία της αναίμακτης θυσίας, σαν Δεσπότης που είσαι των όλων. Μέσα σε ό,τι κάνει ο Θεός για το ανθρώπινο γένος, αν τίποτε άλλο δεν μπορούμε  να εξηγήσουμε, όμως ένα καταλαβαίνουμε, την αξία του ανθρώπου, για την οποία η αγάπη του Θεού κάνει τα πάντα.
Ο Θεός είναι πραγματικά ο Δεσπότης και κυρίαρχος όλων όσα υπάρχουν στον ουρανό και στη γη. Όχι σαν δυνάστης, αλλά η δύναμη που κρατάει τα πάντα· η πρόνοια που συντηρεί και κυβερνάει τον κόσμο, ο Βασιλέας του λαού του, που είναι η Εκκλησία, ο μόνος άγιος και μακάριος, που χαίρει και βρίσκει ανάπαυση, Όταν οι άνθρωποι επιτελούν αγιοσύνη μέσα στο σωτήριο φόβο του. «Συ γαρ μόνος, Κύριε ο Θεός ημών, δεσπόζεις των επουρανίων και των επιγείων, ο επί θρόνου χερουβικού εποχούμενος, ο των Σεραφείμ Κύριος και βασιλεύς του Ισραήλ, ο μόνος άγιος και εν αγίοις αναπαυόμενος». Γιατί εσύ μόνος, Κύριε και Θεέ μας, εξουσιάζεις τα επουράνια και τα επίγεια, εσύ που έχεις το θρόνο σου επάνω στα Χερουβείμ, που είσαι ο Κύριος των Σεραφείμ κι ο Βασιλέας του Ισραήλ, ο μόνος άγιος, που βρίσκεις ανάπαυση μέσα στους αγίους, Τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ και ο Ισραήλ και οι άγιοι ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται ο Θεός, είναι η ουράνια και η επίγεια Εκκλησία στη λειτουργική της τώρα σύναξη.
Στο σημείο αυτό, να πούμε έτσι, γίνεται η μετάβαση από το πρώτο στο δεύτερο μέρος της ευχής. «Σε τοίνυν δυσωπώ τον μόνον αγαθόν και ευήκοον επίβλεψον επ’ εμέ τον αμαρτωλόν και αχρείον δούλον σου, και καθάρισόν μου την ψυχήν και την καρδίαν από συνειδήσεως πονηράς· και ικάνωσόν με τη δυνάμει του Αγίου σου Πνεύματος, ενδεδυμένον την της ιερατείας χά­ριν, παραστήναι τη αγία σου ταύτη τραπέζη και ιερουργήσαι το άγιον και άχραντον σώμα σου και το τίμιον αίμα». Εσένα λοιπόν θερμά παρακαλώ, που εσύ μόνο είσαι όλο καλωσύνη και πρόθυμος να ακούσεις· ρίξε τη ματιά σου επάνω σε μένα τον αμαρτωλό και τιποτένιο δούλο σου, και καθάρισε την ψυχή και την καρδιά μου από κάθε πονηρία μέσα μου, και κάνε με ικανό, ντυμένο με τη χάρη της ιερωσύνης, να σταθώ μπροστά σε τούτη την αγία σου Τράπεζα και να ιερουργήσω το άγιο και άχραντο σώμα σου και το τίμιο αίμα.
Αυτά τα λόγια είναι μόνο για τον ιερέα και μόνο ο ιερέας τα ζει και τα καταλαβαίνει. Αυτός, που με τη χάρη του Θεού και με την εντολή του λαού πλησιάζει, τώρα ένα βήμα ακόμα πιο κοντά στην αγία Τράπεζα. «Σοι γαρ προσέρχομαι κλίνας τον εμαυτόν αυχένα και δέομαι σου μη αποστρέψης το πρόσωπόν σου απ’ εμού, μηδέ αποδοκιμάσεις με εκ παίδων σου, αλλ’ αξίωσον προσενεχθήναί σοι υπ’ εμού του αμαρτωλού και αναξίου δούλου σου τα δώρα ταύτα». Γιατί σε σένα έρχομαι, σκύβω την κεφαλή μου και σε παρακαλώ· μη μου γυρίσεις το πρόσωπό σου και μη με ξεχωρίσεις από τα παιδιά σου, αλλά αξίωσέ με τον αμαρτωλό και ανάξιο δούλο σου να σου προσφέρω αυτά τα δώρα. Κάπου στα προηγούμενα είπαμε για τα λειτουργικά βιβλία, που κάποιοι κρατάνε στα χέρια τους, όταν γίνεται η θεία Λειτουργία. Άραγε τί διαβάζουν τώρα και τί σκέφτονται, όταν ο ιερέας «καθ’ εαυτόν» και «υπέρ εαυτόν» κάνει μπροστά στο Θεό αυτή την εξομολόγηση;
Τα τελευταία λόγια, με τα οποία κλείνει η ευχή, είναι η εκφώνηση, που κι αύτη λέγεται μυστικά· «Συ γαρ ει ο προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος, Χριστέ ο Θεός ημών, και σοι την δόξαν αναπέμπομεν, συν τω ανάρχω σου Πατρί και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνευματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». Γιατί εσύ είσαι εκείνος που προσφέρεις και προσφέρεσαι, εκείνος που δέχεσαι τα δώρα και ο ίδιος που μοιράζεσαι Χριστέ Θεέ μας, κι εμείς εσένα δοξάζομε μαζί με τον άναρχο Πατέρα σου και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες Αμήν. Στην εκφώνηση αυτή κλείνεται όλη η θεολογία για την ιερωσύνη του Ιησού Χριστού, που είναι η ιερωσύνη της Εκκλησίας. Ο Ιησούς Χριστός στη θεία Λειτουργία είναι και ο ιερέας που λειτουργεί και ο αμνός που προσφέρεται· και εκείνος που δέχεται τα δώρα και εκείνος που διανέμεται στο λαό.
Η ευχή του Χερουβικού Ύμνου είναι μια από τις τέσσερις ευχές της θείας Λειτουργίας, που αναφέρονται στον Ιησού Χριστό. Η μία είναι η ευχή πριν από την ανάγνωση του Ευαγγελίου, οι άλλες δύο είναι προς το τέλος της θείας Λειτουργίας. Όπως είπαμε, είναι προπαρασκευαστική ευχή του ιερέα, μια ταπεινή δηλαδή εξομολόγηση του λειτουργού, που πολλές φορές κι όταν δεν θα ήθελε, πρέπει να λειτουργήσει, γιατί πρέπει να κοινωνήσουν οι πιστοί. Εδώ δεν μπορεί να καταλάβει κανείς την αγωνία του ανθρώπου ενώπιον του χρέους του παρά μόνο αν είναι ιερέας. Θα ξαναθυμηθούμε εδώ τα λόγια της πρώτης ευχής των πιστών, ότι δηλαδή οι ιερείς λειτουργούμε «υπέρ των ημετέρων αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων». 
Αυτό θα πει πως ο ιερέας κρίνεται κι ο λαός σώζεται. Μα αυτή είναι η πίστη ενός καλού και ταπεινού ιερέα, πως θα σωθεί κι αυτός μαζί μ’ εκείνους, για τη σωτηρία των οποίων, μαζί με τους οποίους και με την εντολή τους λειτουργεί. Και κάθε φορά που στέκεται μπροστά στην αγία Τράπεζα κι ετοιμάζεται για να προσφέρει τα τίμια δώρα με αληθινή ταπείνωση και συντριβή εξομολογείται «καθ’ εαυτόν» και «υπέρ εαυτόν»· «επίβλεψον επ’ εμέ τον αμαρτωλόν και αχρείον δούλον σου και καθάρισόν μου την ψυχήν και την καρδίαν από συνειδήσεως πονηράς». Αμήν.




Πηγή:   
(+Διονυσίου, Μητροπολίτου. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδόσεις: Αποστολικής  Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος). 








Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  



Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Με μεγαλοπρέπεια εορτάστηκε η Εικόνα της Παναγίας της Παντάνασσας της Ιεράς Μονής μας




Πλήθος πιστών παρευρέθηκαν και φέτος στις 23 Σεπτεμβρίου το απόγευμα παραμονής τελέστηκε ο πανηγυρικός εσπερινός μετά αρτοκλασίας χοροστατούντος του Καθηγουμένου Αρχιμ. π. Αθηναγόρου Ριγανά, τον Αρχιμ. π. Φιλόθεο Μπαλαδάρη κληρικό της Ιεράς Μητροπόλεως Σιασανίου και Σιατίστης και τον Κληρικό Αρχιμ. π. Νέστορα Γρίμπα της Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου. Μετά το πέρας του Πανηγυρικού Εσπερινού ακολούθησε λιτάνευση της θαυματουργού εικόνας της Παναγίας Παντάνασσας. 
Στις 24 Σεπτεμβρίου ανήμερα ακολούθησε πανηγυρική Θεία Λειτουργία προς τιμή της Παναγίας της Παντάνασσας προεξάρχοντος από τον Καθηγούμενο της Μονής μας Αρχιμ. π. Αθηναγόρα Ριγανά.
Η εικόνα της Παναγίας της Παντάνασσας γίνεται τόπος προσκυνήματος για ανθρώπους όχι μόνο από τη Θράκη, αλλά ολόκληρη την Ελλάδα που προσεύχονται και αφήνουν φωτογραφίες και τάματα ζητώντας να προστατέψουν τους ίδιους αλλά και αγαπημένα πρόσωπα από τις ασθένειες και το κακό.
























































Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  




















Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Γέροντας μας στην Ιερά Μητρόπολη Λαγκαδά στην Εορτή του Αγίου Ακακίου




Λαμπρά εορτάσθηκε η μνήμη του Αγίου Ακακίου, Επισκόπου Λητής και Ρεντίνης, εις τον ενοριακό Ναό του Αγίου Αθανασίου - Λητής, την 16η Αυγούστου ε.έ.

Της Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης κ.κ. Ιωάννης, ο οποίος χοροστάτησε και του Όρθρου, ενώ συμμετείχαν και πολλοί Ιερείς της Μητροπόλεως μας καθώς και από άλλες Μητροπόλεις με επικεφαλής τους Καθηγουμένους της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος – Πέντε Βρύσεων, π. Ισσάκ Τσαπόγλου και της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου - Νικήσιαννης π. Αθηναγόρας Ριγανάς.

Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητροπόλεως μας Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Αναστάσιος Παρούτογλου, ο οποίος αναφέρθηκε στον Βίο και στο Έργο του Αγίου Ακακίου, Επισκόπου Λητής και Ρεντίνης, τονίζοντας ότι ο Άγιος Ακάκιος υπήρξε ένας φωταυγής αστέρας, ο οποίος με τους αγώνες του, την ταπείνωσή και το ασκητικό του πνεύμα αναδείχθηκε, με την χάρη του Χριστού, το νέκταρ των αρετών, το πολύτιμο σκεύος των θείων δωρεών του Αγίου Πνεύματος. Ο Άγιος με την ασκητική ζωή του καταξιώθηκε να γίνει το πανευώδες αλάβαστρο της θείας ευωδίας του Παναγίου Πνεύματος και θερμότατος πρεσβευτής των ψυχών. Αναδείχθηκε άξιος υπηρέτης του Θείου Λόγου και άξιος Ποιμένας και λειτουργός των θείων Μυστηρίων. Δία τούτο και δικαίως η Ιερά Μητρόπολη μας καυχάται εν Κυρίω, ότι εποίμανεν αυτήν τιούτος άγιος Αρχιερεύς.

Κατά την διάρκεια της Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας, ο Σεβάσμιώτατος Ποιμενέαρχης μας κ.κ. Ιωάννης προέβει εις την Πρεσβύτερον Χειροτονία του Ιεροδιακόνου  π. Ακακίου, αδελφού της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος - Πέντε Βρύσεων στο οποίο και απεύθυνε λόγους πατρικής αγάπης και νουθεσίας αναφέροντας ότι η Ιερωσύνη δεν είναι ένα απλό επάγγελμα ή ένα λειτούργημα, είναι η Τέχνη των Τεχνών και η Επιστήμη των Επιστημών όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Το έργο του Ιερέως είναι ότι πρέπει να πάρει τον άνθρωπο μέσα από τον κόσμο, να τον προσφέρει στον Θεό και παράλληλα να τον οδηγήσει εις την Θέωση ενώ κατέληξε την ομιλία του λέγοντας ότι πρέπει να κατανοήσουμε η Αγία μας Εκκλησία έχει ως σκοπό την θεραπεία και λόγος της είναι λόγος που οδηγεί στην αφύπνιση του τρόπου ζωής και σκέψεώς μας, ενώ παράλληλα ευχήθηκε στον π. Ακάκιο, η είσοδος του εις τα Άγια των Αγίων να είναι και προάγγελος της εισόδους του εις την Βασιλεία του Θεού.

















































































Από το ιστολόγιο της Ιεράς Μητροπόλεως Λαγκαδά, Λιτής και Ρεντίνης.




Μοναχός Θεοφάνης  - Αρθρογράφος