Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μηνύματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μηνύματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2013

Όταν κλείσεις τις πόρτες του σπιτιού σου και είσαι μόνος...

















Όταν κλείσεις τις πόρτες του σπιτιού σου και είσαι μόνος...




Όταν κλείσεις τις πόρτες του σπιτιού σου και είσαι μόνος, να γνωρίζεις ότι είναι μαζί σου ο άγγελος που έχει οριστεί για κάθε άνθρωπο από το Θεό. Aυτός που οι Έλληνες ονόμαζαν «οικείο δαίμονα». Αυτός, ο οποίος δεν κοιμάται ποτέ και δεν κάνει ποτέ λάθος, είναι πάντοτε κοντά σου. 
Βλέπει τα πάντα χωρίς να τον εμποδίζει το σκοτάδι. Μαζί με αυτόν είναι σε κάθε τόπο και ο Θεός, γιατί δεν υπάρχει τόπος ή πράγμα όπου δεν υπάρχει ο Θεός, αφού είναι μεγαλύτερος απ' όλα και κρατά όλους μέσα στο χέρι Του.








π.  Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  





Τι είναι και τι συμβολίζει το Θυμίαμα




thimiama





Τι είναι και τι συμβολίζει το Θυμίαμα.


Ο Μωυσής υπακούοντας στον Θεό κατασκεύασε και τοποθέτησε στη Σκηνή του Μαρτυρίου Θυσιαστήριο του Θυμιάματος (Έξοδ. 30,110).
Ο τρόπος παρασκευής του Θυμιάματος διδάχθηκε από τον ίδιο τον Κύριο (Έξοδ.30,3436). Η προσφορά Θυμιάματος στην Παλαιά Διαθήκη αποτελούσε εντολή του Θεού. Έπρεπε να προσφερθεί Θυμίαμα στην αρχή της ημέρας το πρωί και το βράδυ με το άναμμα των Λύχνων (Έξοδ.30,7-8). Αυτή η καλή συνήθεια μεταφέρθηκε και στη χριστιανική λατρεία. Ιδιαίτερα προσφέρεται Θυμίαμα στον Εσπερινό με το ιλαρό φως της δύσεως του Ηλίου και στο ψάλσιμο του δεύτερου στίχου του 140/ρμ' Ψαλμού, όπου ψάλλετε το «κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιων σου».
Παρακαλούμε τον Κύριο να ανεβεί η προσευχή μας προς τον θρόνο Του, όπως ανεβαίνει το ευωδιαστό Θυμίαμα προς τον ουρανό. Το λατρευτικό αυτό μέσο δημιουργεί κατανυκτικό κλίμα προσευχής και ελκύει την αγιαστική χάρη του Θεού. Η ευλογία του Θυμιάματος κατά την τελετή της Προσκομιδής δείχνει καθαρά τη μεγάλη ωφέλεια, που προξενείτε στους εκκλησιαζόμενους από την προσφορά του Θυμιάματος...









π. Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  


Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Δέκα βασικές συμβουλές για την συμπεριφορά μας μέσα στον Ιερό Ναό





simberifora_iero_nao




1. Ο Ναός είναι τόπος Ιερός. «Ως φοβερός ο τόπος ούτος! ουκ εστι τούτο, αλλ’ ή οίκος ΘΕΟΥ και αύτη η πύλη του ουρανού»(Γένεσις, κεφ. κη΄, 10).

2. Ο Ιερός Ναός είναι χώρος λατρείας και προσευχής. Πριν μπεις μέσα σκέψου που πρόκειται να μπεις και τι πρόκειται να κάνεις. «Είσελθε εις τον οίκόν μου και στήθι μετά φόβου· ο γαρ τόπος ούτος άγιός εστι».

3. Μπαίνουμε μέσα «ευπρεπώς ενδεδυμένοι» με σιωπήν, και με ευλάβειαν προσκυνούμεν τας αγίας εικόνας.

4. Καθόμαστε σε στάση ευλαβείας και προσοχής.

5. Μένουμε όσο πιο πολύ μπορούμε όρθιοι, σιωπηλοί και αφοσιωμένοι στην προσευχή, χωρίς να σχολιάζουμε ή να συζητούμε.

6. Είμαστε όρθιοι εις τα εξής σημεία: « Ευλογημένη η Βασιλεία...»« Σοφία. Ορθοί!...», Ευαγγέλιον, Χερουβικόν Ύμνον,«Πιστεύω...»«Λάβετε, φάγετε...» μέχρι και το «Άξιον εστιν»«Πάτερ ημών...»«...τα Άγια τοις Αγίοις»«Μετά φόβου...» και γενικώς πάντα, όταν θυμιάζει και ευλογεί ο Ιερεύς.













π. Θεοφάνης Μοναχός  -  Αρθρογράφος 




Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ





1






Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013, εορτάζεται η Αγιοκατάταξη του Γέροντα Πορφύριου*



Προς τιμή του παρουσιάζουμε κείμενό του για την ελληνική γλώσσα

— Χθες μιλήσανε στον «Παρνασσό». Και τί ωραία πράγματα είπαν! Τα είχε πάρει το ραδιόφωνο. Προσπαθούν τώρα να επαναφέρουν τα αρχαία ελληνικά. Εγώ λέω, δεν μπορεί, θα τη φέρουνε τη γλώσσα πάλι. Έτσι πού πάμε, τα παιδιά στην εκκλησία αρχίζουν να μην καταλαβαίνουν το Ευαγγέλιο. Πολύ άσχημο πράγμα. Έμενα κλωτσάει ή καρδιά μου. Πρέπει να φωνάξομε τώρα και να τονίσομε ότι δεν πρέπει να ξεχάσομε την ελληνική γλώσσα. 
Να βλέπατε τί έγινε χθες το απόγευμα στον «Παρνασσό»! Τί ωραία πράγματα! Πολύ ωραία πράγματα! Πολύ εξαρτάται το τί θα γίνει από τούς καθηγητές. Χωρίς να δημιουργείτε πείσμα στους υπεναντίους, αλλά με αγάπη Χριστού θα λέτε στους μαθητές σας για τα ελληνικά. Δεν πρέπει τα παιδιά να τα γνωρίζουν; Θα σου πουν οι συνάδελφοι: «Δεν τα γράφει το βιβλίο».
«Έ, δεν τα γράφει το βιβλίο, αλλά παρεμπιπτόντως με ρώτησαν τα παιδιά και τούς μίλησα». Καταλάβατε; "Η δεν είναι έτσι;
Να πάτε σήμερα ν' αγοράσετε ένα βιβλίο πού έγραψε ένας καθηγητής. Είναι σχολικό με αρχαία ελληνικά. Να μου διαβάζετε κι έμενα. Μεγάλα συγχαρητήρια ανήκουν στον καθηγητή για την προσπάθεια πού έκανε να διατηρήσει τη γλώσσα των Ευαγγελίων και των Πατέρων, αλλά και για τη σοφία πού μεταχειρίστηκε. Δηλαδή δεν έκανε κανένα συλλαλητήριο, για να διεγείρει τούς ομοϊδεάτες του πού αγαπούν τη γλώσσα. Δεν τούς παρακίνησε να βγουν στο πεζοδρόμιο και να φωνάζουν: «Θέλομε την ελληνική γλώσσα!». Δεν έκανε τέτοια πράγματα. Αλλά αναίμακτα, απλά, απαλά, σιωπηλά αγωνίζεται να κάνει τα ελληνόπουλα να αγαπήσουν τη γλώσσα των προγόνων τους.
Ή ελληνική γλώσσα είναι μουσική. Και αυτοί πού παλαιά ξέρανε καλά τη γλώσσα, όπως τα έψαλλαν, όπως τα ομιλούσαν, όλα τα νοήματα τους της ψυχής, όπως τα αισθανόντουσαν, τα μετέδιδαν ακριβώς με τούς τόνους, τη βαρεία, την οξεία, την περισπωμένη, τη δασεία και ξέρω κι εγώ πώς τα λένε... Ή ελληνική γλώσσα έχει πολύτιμους θησαυρούς, είναι ή γλώσσα πού την πλούτισαν οι Έλληνες Πατέρες τόσο ωραία και την τόρνευσαν έκαναν το κτίσιμο της τόσο τέλεια, σαν να είναι —μια λέξη να πω— «ίσοδομική».
Τί θα πει «ίσοδομική»; Να σας πω εγώ. Δεν το έχω διαβάσει σε λεξικό, αλλά μόνος μου να σας πω πώς το καταλαβαίνω. Ξέρετε, έχομε στο μοναστήρι κάτι τσιμεντόλιθους, οι οποίοι όλοι έχουνε βγει από ένα καλούπι. Αυτοί οι τσιμεντόλιθοι είναι όλοι Ίσοδομικοί, ταιριάζουνε όπου να τούς βάλεις. Λοιπόν, παλαιά δεν είχανε τσιμέντο να κάνουνε καλούπια, άλλα παίρνανε τα μάρμαρα και τα μετρούσανε τα ίδια και τις γωνίες τους, το ύψος, το βάθος, με το χιλιοστό. Την Ακρόπολη και πολλά μνημεία πού είχανε κτίσει, έτσι τα είχανε μετρήσει. Δηλαδή ταιριάζανε. Έτσι, λοιπόν, και οι Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και οι αρχαίοι συγγραφείς, οι Πατέρες του Έθνους — μπορούμε κι εκείνους να τούς πούμε Πατέρες— ξέρανε τόσο καλά τη γλώσσα, ώστε, όταν μιλούσαν, δεν μπορούσαν να πούνε μια λέξη πού δεν ταίριαζε με το θέμα πού λέγανε. Ή λέξη «Ίσοδομική» είναι δική μου λέξη, δεν ξέρω αν υπάρχει. Κοιτάξτε τώρα στο λεξικό. Με συγχωρείτε, εγώ αυτά τα λέγω από μόνος μου, δεν τα ξέρω, δεν τα 'χω διαβάσει. Ρωτάω εσάς πού ξέρετε γράμματα.
— «Ίσόδομος»: ό έκτισμένος κατά σειράς Ισομεγεθών λίθων ή τεχνοτροπία του κατ` ίσους δόμους κτισίματος.
— Εγώ αυτό δεν το ξέρω, αλλά φαίνεται φώτισις Θεού. Είναι από τον Θεό, απ' ευθείας! Στο λόγο, όμως, καταλαβαίνεις ότι ό λόγιος έχει ταιριαστές λέξεις πού λέγει σε κάθε υπόθεση. Όταν δεν είναι ταιριαστές οι λέξεις, τις λέμε «σόλοικες». Το γράψιμο σου, λέμε, είναι σόλοικο.
Ή ελληνική γλώσσα είναι ίσοδομική. Το ίσοδομικόν, όπως εγώ το καταλαβαίνω, έχει σειρά, ομαλότητα, γραμμή. Όλοι οι λίθοι είναι βαλμένοι, όπως πρέπει. Κανείς δεν εξέχει πιο έξω ή πιο μέσα ή έχει κενό. Έτσι συμβαίνει και με την Ίσοδομική γλώσσα. Πω, πω, τί ωραία πράγματα!
Θυμάστε τούς λόγους του Αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου, τού Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, στην αρχαία γλώσσα; Μοιάζουνε με του Δημοσθένη και με όλων των ρητόρων. Αυτούς τούς είχανε μελετήσει, τούς είχανε φάει, τρόπον τίνα, οι Πατέρες. Ναι, αλλά ζούσαν με το Πνεύμα του Θεού και έτσι στα έργα τους είχαν τέλειο περιεχόμενο και το εξέφραζαν με την τέλεια γλώσσα τους. Τους αρχαίους τους είχαν ξεπεράσει στη δομή.
Ακούστε να δείτε, εγώ δεν ξέρω ορθογραφία, δυστυχώς. Δεν έχω διδαχθεί ούτε γραμματική, ούτε συντακτικό. Όμως στην πρώτη Δημοτικού πού πήγαινα είχα μάθει τα φωνήεντα, τα σύμφωνα και τη δευτέρα κλίση. Αυτά τα ξέρω. Μετά επήρα και μελέτησα μεγάλος, μόνος μου. Τα μελέτησα όχι με επίγνωση, να καθίσω να τα μάθω. Τα μελέτησα έτσι, με περιέργεια και με έφεση, για να καταλάβω τί έχουνε μάθει στο Δημοτικό, πού εγώ δεν πήγα, ή στο Γυμνάσιο, πού εγώ δεν προχώρησα. Καταλάβατε; Διάβασα έτσι, όχι για να τα μάθω, αλλά για να ξέρω τί διδάχθηκαν οι άλλοι. Διάβασα βιβλία θεολογικά, για να μάθω τί διδάχθηκαν οι θεολόγοι. Δεν προσπάθησα να τα μάθω. Όχι. Μάλιστα, για να μην κουράζομαι, διάβασα πίνακα περιεχομένων και στη Δογματική και στην Εκκλησιαστική Ιστορία και στην Ηθική και στη Συμβολική και στην Εισαγωγή της Καινής Διαθήκης και στην Εισαγωγή της Παλαιάς Διαθήκης. Είδατε πού τα θυμάμαι; Δεν τα έχω διδαχθεί, αλλά τα έχω δει όλα τα βιβλία και έχω διαβάσει πίνακα περιεχομένων.





*ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΡΥΣΟΠΗΓΗΣ. ΧΑΝΙΑ 2010










π. Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  














ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ






alt






Του π. Χρήστου Αντώνιου

Ομιλία στην Νεανική Σύναξη του Ι.Ν Αγίου Νεκταρίου Βούλας περί αγιότητας με αφορμή την αγιοκατάξη του γέροντα Πορφυρίου. Δείτε το βίντεο 





http://www.youtube.com/watch?v=y9rlcb4fyaA







π. Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος 



Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Περί των επτά προσευχών του ημερονυκτίου













Έκαστος χριστιανός, είτε κληρικός, είτε λαϊκός, οφείλει να προσεύχεται πάντοτε κατά το υπό του Κυρίου λεγόμενον, «γρηγορείτε και προσεύχεσθε...» (Μάρκ. ιδ' 38), και όπως ο Απόστολος Παύλος λέγει: «αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντι ευχαριστείτε» (Α' Θεσσαλ. ε' 17, 18). Τούτο δε επιτυγχάνεται διά της καθορισθείσης υπό της Εκκλησίας ημερονυκτίου προσευχής ως ακολούθως.

    Η εκκλησιαστική ημέρα της προσευχής αρχίζει από του Εσπερινού της μιας ημέρας και λήγει την επομένην με την Απόλυση της Θ' 'Ωρας της ημέρας ταύτης, ή οποία κατά το τυπικόν της Μεγάλης Εκκλησίας είναι το τέρμα, ήτοι η σφραγις της ήδη εκκλησιαστικώς ληγούσης ημέρας, ήτις ήρξατο από του χθεσινού Εσπερινού.

     Ώστε εκκλησιαστική ημέρα θεωρείται το χρονικό διάστημα από του Εσπερινού της μιας ημέρας μέχρι της Απολύσεως της Θ' Ώρας της επομένης και ούτω καθεξής.
    Αί ώραι της ακολουθίας της ημέρας, κατ' αλληλοδιάδοχον μορφή ανακυκλούμεναι εν πάσαις ταις ημέραις του ενιαυτού, προσδιορίζονται τυπικώς και εκκλησιαστικώς ως ώραι προσευχής και αναγωγικώς ορίζουσι την έννοια και την σημασία αυτών και την πνευματικην συνάρτησιν αυτών προς τον καθολικόν πνευματικό σκοπό.
Ιστέον, ότι οι θείοι και ιεροί υμνογράφοι και υμνωδοί της εκκλησίας συνέθεσαν και εμελοποίησαν τη εμπνεύσει του Αγίου Πνεύματος τας ακολουθίας του ημερονυκτίου, περιλαμβάνοντες τους διαφόρους ψαλμους και τα διάφορα τροπάρια, κανόνας κλπ., τα οποία όντως ανταποκρίνονται συμβολικώς προς τα εν εκάστη προσευχή και εν εκάστη ημέρα ιστορούμενα περιστατικά και προς τον δι' αυτής επιδιωκόμενον σκοπό και την επιζητουμένην ωφέλειαν υπό πάντων των προσευχομένων.
    Λαμβανομένης λοιπόν ούτω μιας ημέρας ως παραδείγματος δύναται να διακριθη απολύτως η θρησκευτική αναγκαιότης και η ωφελιμότης αυτών.
    Η Δευτέρα π.χ. ως εκκλησιαστική ημέρα λογίζεται από του Εσπερινού της Κυριακής μέχρι και της Θ' Ώρας της Δευτέρας, οπότε και αι προσευχαί διακρίνονται ως εξής:

1) Πρώτη προσευχή είναι, ως είρηται, ο Εσπερινός όστις αρχίζει με τον Προοιμιακόν ψαλμόν, ο οποίος είναι η μεγαλοπρεπεστέρα δοξολογία προς τον 'Υψιστον Θεόν, τον Δημιουργόν του σύμπαντος, και ο οποίος προοιμιάζεται, ήτοι αρχίζει τήν προσευχην της επομένης ημέρας, ενταύθα της Δευτέρας. `Ο Εσπερινός συμβολίζει την Αποκαθήλωσιν του Κυρίου υπό του Ιωσήφ και Νικοδήμου, ως και την εμφάνιση του Κυρίου αναστάντος εις τους Μαθητάς του το εσπέρας της Κυριακής της Αναστάσεως και του Θωμα. Και παρατηρείται, κατά τον Άγιον Μάρκον τον Ευγενικόν, ότι η ανάγνωσις ή η ψαλμωδία ψαλμών, τροπαρίων κλπ. συναδει εν πολλοίς προς τον εσπερινόν ως το «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου' έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή» (Ψαλμ. ΡΜ' 2).

2) Δευτέρα προσευχή είναι το το Απόδειπνον, το οποίον αναγινώσκεται, εν μεν τη εκκλησία μετά τον Εσπερινόν, ήτοι μετά την δύσιν του ηλίου, κατ' οίκον δε προ της κατακλίσεως προς ύπνον, προσαγομένης δεήσεως προς τον Κύριον, όπως το στάδιον της νυκτός διέλθη εν ησυχία και ασφαλεία.
Το Απόδειπνον διακρίνεται εις Μέγα, αναγινωσκόμενον κατά τας νηστησίμους ημέρας, και εις Μικρόν αναγινωσκόμενον καθ' όλον το έτος και εν τη περιόδω της Μεγ. Τεσσαρακοστής εκάστην Παρασκευήν εις τους Χαιρετισμούς, και Σάββατον και Κυριακήν.

3) Τρίτη προσευχή είναι το Μεσονυκτικόν, το οποίον λέγεται το μεσονύκτιον κατά τον ψαλμικον στίχον «Μεσονύκτιον εξεγειρόμην του εξομολογείσθαί σοι, επί τα κρίματα της δικαιοσύνης σου» (Ψαλ. ΡΙΗ' 62). Συμβολίζει δε την οφειλομένην υφ' ημών εγρήγορσιν, καθ' όσον ο Νυμφίος Χριστός μέσης νυκτός παρεγένετο ταις φρονίμοις παρθένοις.
Συμβολίζει επίσης και την ημών έγερσιν εκ του ύπνου, ως περιόδου του σκότους και της πλάνης, εις την φωτεινήν ζωήν, την όποιαν από του μεσονυκτίου, ως απαρχής της νέας ημέρας, αρχόμεθα να διάγωμεν πιστεύοντες και λατρεύοντες τω Θεώ.

4)Τετάρτη προσευχή είναι ό Όρθρος προς τον οποίον επισυνάπτεται και η Α' Ώρα, και αποτελούσι, αμφότεραι την εωθινήν προσευχή της Εκκλησίας. Όρθρος, λέγεται το χρονικού διάστημα το διαρρέον από της βαθείας σχεδόν χαραυγής «όρθρου βαθέος» μέχρι και του τοιούτου περί την χαραυγήν, ήτοι την προ της ανατολής ώραν, ως λέγει και ή Ωδή «εκ νυκτός ορθρίζει το πνευμά μου προς σε ο Θεός, ότι φως τα προστάγματά σου επί της γης» (Ησαΐου κς' 9).
Η επισυναπτομένη εν τω 'Ορθρω Α ' Ώρα το πάλαι ανεγινώσκετο μίαν ωραν μετά την ανατολήν του ήλίου, ήτοι περί την 7ην πρωινή.

5) Πέμπτη προσευχή η Γ' Ώρα, η όποία κανονικώς ανεγινώσκετο την τρίτην ώραν της ημέρας, ήτοι την 9ην πρωινή.
Κατα την ώραν ταύτην επεδήμησε το Πνεύμα το Άγιον εν είδει πυρίνων γλωσσών επί τους Αγίους Αποστόλους (Πράξ. β' 15) ως υμνολογεί και ή Εκκλησία «Κύριε ο το Πανάγιόν σου Πνεύμα εν τη τρίτη ώρα τοις Αποστόλοις σου καταπέμψας...».

6) Έκτη προσευχή είναι η ΣΤ' Ώρα, δηλαδή η μεσημβρία. Κατ' αυτήν απεφασίσθη ό θάνατος και εσταυρώθη ο Κύριος επί του Γολγοθά (Ματθ. κζ' 26 κ.ε.). Δι' αυτό και αρμόδιον είναι το τροπάριοντης ώρας ταύτης «`Ό εν έκτη ήμέρα τε και ώρα τω Σταυρω προσηλώσας...».

7) Εβδόμη προσευχή είναι η Θ' Ώρα, ήτοι ή 3η απογευματινή περίπου, καθ' ην o Ιησούς παρέδωκε το πνεύμα, ως υμνολογεί ή Εκκλησία «`Ό εν τη ενάτη ώρα δι' ημάς σαρκί του θανάτου γευσάμενος...».
Ούτω συμπληρούνται αι επτα ώραι ή επτά σταθμοί των προσευχών, κατά το ψαλμικού ρητού «επτάκις της ημέρας ήνεσά σε επί τα κρίματα της δικαιοσύνης σου» (Ψαλ. ΡΙΗ' 118), ως και αλλαχού η ψαλμική δέησις «εσπέρας και πρωί και μεσημβρίας διηγήσομαι και απαγγελλώ και εισακούσεται της φωνής μου» (Ψαλμ. ΝΔ' 18).

    Περί των αναφερομένων Ωρών του ημερονυκτίου σημειούνται τα εξής. Εις το Άγιον Όρος είναι εν χρήσει δύο ώραι, εκτός της νέας λεγομένης Ευρωπαϊκής τοιαύτης.
    Πρώτη είναι η λεγομένη Βυζαντινή Ώρα, καθ' ήν πρέπει, όταν δύη ό ήλιος, εις όλας τάς εποχάς του έτους, το ωρολόγιον να δεικνύη 12 και εκείθεν να καταμετρώνται μία ώρα, δύο ώραι της νυκτός μετά την δύσιν κλπ..
Δευτέρα είναι η λεγομένη Ιβηριτική ώρα, η οποία έχει εις την ανατολήν του ήλίου ώρα 12 καί αρχίζει πρώτη, δευτέρα ώρα της ημέρας μετά την ανατολήν του ηλίου και ούτω καθεξής. Όσον δε αφορά την Ελλάδα αύτη χρησιμοποιεί την Ευρωπαϊκήν ώραν από μεσονυκτίου εις μεσονύκτιον.







Πηγή:  Οκτώηχος, Εκδόσεις Βας. Ρηγόπουλου, 1988, Θεσσαλονίκη







Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  



Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

ΜΑΘΕ ΠΩΣ ΝΑ ΣΥΓΧΩΡΕΙΣ





15







10 πρακτικές συμβουλές που θα μας βοηθήσουν να μάθουμε να συγχωρούμε τους άλλους.

1. Σκεφτείτε ότι στο κάτω-κάτω της γραφής δε ζημιωθήκατε και τόσο σοβαρά.

2. Λογαριάστε όλα τα καλά που σας έχουν γίνει ακόμα κι από το πρόσωπο που σας έβλαψε.

3. Απαριθμήστε τα ελέη και τις ευλογίες που απολαμβάνετε από μέρους του Θεού που δεν αξίζατε.

4. Ευχαριστείτε το Θεό για τη συγχώρεση που Εκείνος έχει προσφέρει σε σας.

5. Προσευχηθείτε για εκείνον που σας φέρθηκε άσχημα.

6. Αναζητήστε μια ευκαιρία να βοηθήσετε τ πρόσωπο που σας έβλαψε.

7. Προσπαθήστε να τον αιφνιδιάσετε με μια καλή πράξη ή να του δείξετε την καλή σας διάθεση.

8. Όταν θυμηθείτε την κακή ενέργεια που έγινε σε βάρος σας να την αντιπαρατάξετε με μια καλή σκέψη ή πράξη.

9. Αν το κακό που σας έγινε είναι ιδιαίτερα μεγάλο, προσπαθήστε να το ξεχάσετε σκεπτόμενοι άλλα ευχάριστα πράγματα, προτού κοιμηθείτε το βράδυ.

10. Επαναλάβετε αργά και προσεκτικά τη φράση της προσευχής του Κυρίου:"άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέτας ημών". 






Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος  




Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013

Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε πριν γίνετε Ανάδοχοι‏









Έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια, ο Ανάδοχος να είναι ένας άνθρωπος κοντά στην οικογένεια, ο οποίος στην Βάπτιση αναλαμβάνει ένα μέρος των εξόδων και στις γιορτές φέρνει δώρα. 
Ποια όμως είναι η πραγματική αποστολή ενός Αναδόχου όπως την αντιλαμβάνεται η Εκκλησία; Ο Ανάδοχος ή Νουνός όπως είναι η επίσημη ονομασία του, ονομάζεται έτσι γιατί αναδέχεται, παραλαμβάνει δηλαδή, το παιδί από την κολυμβήθρα ως βαπτισμένο πλέον Χριστιανό.
Για την Εκκλησία ο ανάδοχος είναι άνθρωπος ο οποίος δημιουργεί έναν ισόβιο δεσμό με το παιδί, αφού ουσιαστικά μετατρέπεται σε πνευματικό πατέρα με όλες τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται ένας τέτοιος ρόλος. Γίνεται μέλος της οικογένειας του παιδιού αλλά και το παιδί μέλος της δικής του οικογένειας. 
Ο ρόλος του είναι κυρίως πνευματικός. Αλλά όχι μόνο. Υποχρέωση του είναι να κατηχήσει το παιδί στη χριστιανική πίστη και ζωή και είναι αυτός που εγγυάται στην Εκκλησία για την πίστη του Βαπτιζομένου και αναλαμβάνει τη φροντίδα μετά το βάπτισμα να τον μυήσει στην Ορθόδοξη πίστη μαζί με τους γονείς. 
Αυτός ουσιαστικά είναι και λόγος, για τον οποίο δεν επιτρέπεται να γίνει Ανάδοχος κάποιος που ανήκει σε διαφορετικό θρήσκευμα ενώ στην διαδικασία που προηγείται του μυστηρίου ο Ανάδοχος καλείται να αποδείξει την πίστη του λέγοντας τρεις φορές το «Πιστεύω». 
Επίσης ανάδοχοι δεν μπορούν να γίνουν, οι γονείς του παιδιού, δηλωμένοι άπιστοι και άτομα τα οποία έχουν τελέσει πολιτικό γάμο. 
Οι υποχρεώσεις του Αναδόχου δεν τελειώνουν μετά το Μυστήριο του Βαπτίσματος. Για την ακρίβεια τότε αρχίζουν! 
Εκτός από τις τρεις συνεχόμενες Κυριακές που οφείλει να συνοδεύσει το παιδί στην Εκκλησία για να κοινωνήσει οφείλει να το ακολουθεί σε κάθε βήμα του. Ακόμη και η πασχαλινή λαμπάδα που οφείλει να δίνει κάθε χρόνο στο παιδί έχει το δικό της συμβολισμό.



ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΕΣ
Σύμφωνα με μια λαϊκή παράδοση τα παιδιά που έχουν βαπτιστεί από τον ίδιο άνθρωπο, θεωρούνται συγγενείς. Γι αυτό και αρκετοί φροντίζουν να βαπτίζουν μόνο αγόρια ή μόνο κορίτσια. Αυτό σύμφωνα με την Εκκλησία δεν ισχύει.
Αυτονόητο ωστόσο θεωρείται το γεγονός πως ο Ανάδοχος δεν μπορεί να συνάψει σχέσεις με το βαφτιστήρι. Η ίδια απαγόρευση ισχύει και για τους κουμπάρους. 
Οι γονείς δηλαδή του παιδιού δεν μπορούν να συνάψουν σχέσεις με τον Ανάδοχο και την σύζυγο του. 
Στην περίπτωση μάλιστα που συμβεί ένας τέτοιος γάμος η Εκκλησία θα τον θεωρήσει άκυρο και ο κληρικός που θα τον έχει επιτελέσει θα καθαιρεθεί. 
Προσοχή λοιπόν σε όσους και όσες σκοπεύετε να γίνετε Ανάδοχοι γιατί πρόκειται για μια αρκετά σοβαρή υπόθεση που ξεπερνά τη λαμπάδα και το χαρτζιλίκι.






Θεοφάνης Μοναχός  -  Αρθρογράφος  





Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ





15



Η Αγία Γραφή και η Ιερά Παράδοση φιλοξενούν πολυάριθμες μαρτυρίες σχετικά με την ύπαρξη και τη δράση των αγγέλων. Μετά από τη πτώση των πρωτοπλάστων άγγελοι φυλάσσουν το Παράδεισο, άγγελοι διδάσκουν στον Αδάμ τον τρόπο καλλιέργειας της γης, ενώ άγγελοι εμφανίζονται στον Αβραάμ, στον Λωτ, κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο και σε πολλούς από τους προφήτες. Στο κείμενο της Καινής Διαθήκης οι άγγελοι μνημονεύονται σε πολλά χωρία, εκ των οποίων τα ενδεικτικότερα είναι κατά τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και καθ΄ όλη την πορεία του Ιησού από την Γέννηση μέχρι και την Ανάληψή του.
Δημιουργία και σκοπός ύπαρξης των αγγέλων.
Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν από τον υλικό κόσμο, αφού στο βιβλίο της Π.Δ. «Ιώβ» παρουσιάζεται ο Θεός να μιλά και να ομολογεί, ότι μόλις δημιούργησε τα άστρα, όλοι οι άγγελοι τον ύμνησαν με δοξολογίες.
Ενώ και ο Μ. Βασίλειος αναφέρει ότι πριν τη δημιουργία του υλικού κόσμου υπήρχε υπέρχρονη και πρεσβύτερη κατάσταση, που είναι ο κόσμος των αγγέλων.
Ο τρόπος με τον οποίο δημιουργήθηκαν από το Θεό δεν μας είναι γνωστός. Ωστόσο μπορούμε να λάβουμε μία εικόνα γι΄ αυτόν μέσα από την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ο οποίος λέγει ότι οι αγγελικές δυνάμεις δημιουργήθηκαν μόλις ο Θεός συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας τους. Δηλαδή, η απόφαση του Θεού να δημιουργήσει τον αγγελικό κόσμο σήμανε ταυτόχρονα και τη δημιουργία του.
Ο σκοπός της δημιουργίας των αγγέλων δεν έχει να κάνει με κάποια ανάγκη του Θεού. Δεν είναι δυνατό ο υλικός ή ακόμη και αυτός ο πνευματικός κόσμος να μπορεί να προσφέρει κάτι επιπλέον στη δόξα του Θεού. Ο σκοπός της δημιουργίας των αγγέλων φανερώνεται από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος λέγει, ότι ο Θεός τους έδωσε ύπαρξη και ζωή γι΄ αυτούς τους ίδιους, με κίνητρο την «εκστατική» του αγάπη και αγαθότητα και με σκοπό να συμμεριστούν ως λογικά όντα τη μακαριότητά του. Μετέχουν στη Θεία μακαριότητα και τρέφονται με τη διαρκή θέα του προσώπου του Θεού. Ωστόσο αυτή η συμμετοχή στη θεία μακαριότητα ωθεί τις αγγελικές δυνάμεις σε μία συνεχή ανοδική πορεία, σε μία πορεία προς τη πνευματική τελειότητα. 








Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος 







Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Μήνυμα του Καθηγουμένου επί της Εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού






Με κατάνυξη και δέος η Εκκλησία µας εορτάζει και πανηγυρίζει την παγκόσμιο ύψωση του Τιµίου και Ζωο­ποιού Σταυρού και καλεί τα πνευµατικά της παιδιά να προσέλθουν µε ευλάβεια να ασπασθούν το Τίµιο Ξύλο πάνω στο οποίο έχυσε το αίµα Του για τις αµαρτίες µας ο Θεάνθρωπος. Χαρά και φόβο αισθανόµαστε στην καρ­διά καθώς προσεγγίζουµε τον Τρισµακάριστο Σταυρό. Χαρά για τη σωτηρία πού έφερε στον κόσµο, φόβο για τις αμαρτίες πού ακόµα φωλιάζουν στο είναι µας. Αλή­θεια πως να πλησιάσει κανείς το Σταυρό τού Χριστού χωρίς δέος; Αυτόν πού οι άγγελοι ευλαβούνται εµείς οι άνθρωποι πώς να αγγίζουµε; 'Όμως µέ την πίστη, ότι ο Τίµιος Σταυρός είναι «Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς» δειλά-δειλά πλησιάζουµε το Μυστήριό του καί µε γνήσια ευλάβεια γονατιστοί µπροστά του ψελίζουµε: «Σύ µου σκέπη κραταιά ὑπάρχεις ... ἀγίασόν µε τῇδυνάµει σου». Η σηµερινή εορτή την οποία εορτάζουµε µε τόση λαµπρότητα είναι ανάµνηση ενός µεγάλου γεγονότος που έγινε το 326. Στο Συναξαριστή της Εκκλησίας µας διαβάζουµε ότι όταν ο πρώτος χριστιανός βασιλεύς ο Μέγας Κωνσταντί­νος εξεστράτευσε κατά του Μαξεντίου, βρισκόµενος σε δύσκολη θέση και κινδυνεύοντας να νικηθεί από τα πο­λυάριθµα στρατεύµατα του εχθρού, εκεί στον Τίβερη πο­ταµό, µέρα µεσηµέρι, είδε στον ουρανό το σχηµα του Τι­µίου Σταυρού µε την επιγραφή στά Ρωµαϊκά «Ἐν τοῦτῳ νίκα». Θεωρώντας το σηµείο αυτό ευλογία του Θεού και προµήνυµα νίκης διέταξε τους στρατιώτες του να αναρ­τήσουν στα πολεµικά λάβαρα το σχχήµα του Σταυρού µε τις θεϊκές λέξεις. Mε τη δύναµη του Σταυρού νίκησε ο Κωνσταντίνος και σαν απόδειξη ευγνωµοσύνης στο Χρι­στό κήρυξε την ανεξιθρησκεία. Έτσι υψώθηκε ο Σταυ­ρός στους τρούλλους των Εκκλησιών. Ελεύθερα οι χρι­στιανοί λάτρευσαν τον Σσταυρωµένο και ο Σταυρός του Χριστού έγινε το σύµβολο της αυτοκρατορίας. Εµφορού­µενος από τον ζήλο να προσκυνήσει το ίδιο ξύλο επάνω στο οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός, έστειλε τη Μητέρα του Αγία Ελένη στα Ιεροσόλυµα µε υπηρέτες και χρήµα­τα πολλά µε σκοπό να ανασύρει από τη γη το θαµµένο Τίµιο Σταυρό. Ύστερα από κοπιώδη έρευνα αξιώθηκε η Αγία Ελένη να βρει στο λόφο του Γολγοθά τρείς Σταυ­ρούς. Των δύο ληστών και του Χριστού. Την απορία της ποιος άραγε ήταν ο Σταυρός του' Χριστού την έλυσε το θαύµα της αναστάσεως µιας νεκρής γυναίκας στην οποία ακούµπησαν πρώτα τους δύο σταυρούς χωρίς να συµβεί τίποτα το θαυµατουργικό, και όταν ακούµπησαν τον τρίτο αµέσως η νεκρή αναστήθηκε. Τότε η Βασίλισσα κατάλαβε ότι ήταν ο Σταυρός του Χριστού και µαζί µε τη Σύγκλητο µε συγκίνηση τον προσκύνησε. Επειδή ζητούσε ο λαός να προσκυνήσει τον Τίµιο Σταυρό και δεν µπορούσε λόγο της κοσµοσυρροής παρακάλεσε την Αγία τουλάχι­στον να τον δει.








 Θεοφάνης Μοναχός - Αρθρογράφος




Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Εκκλησιασμός






 Με λιμάνια μέσα στο πέλαγος μοιάζουν οι ναοί, που ο Θεός εγκατέστησε στις πόλεις· πνευματικά λιμάνια, όπου βρίσκουμε απερίγραπτη ψυχική ηρεμία όσοι σ’ αυτά καταφεύγουμε, ζαλισμένοι από την κοσμική τύρβη. Κι όπως ακριβώς ένα απάνεμο κι ακύμαντο λιμάνι προσφέρει ασφάλεια στα αραγμένα πλοία, έτσι και ο ναός σώζει από την τρικυμία των βιοτικών μεριμνών όσους σ’ αυτόν προστρέχουν και αξιώνει τους πιστούς να στέκονται με σιγουριά και ν’ ακούνε το λόγο του Θεού με γαλήνη πολλή.
            Ο ναός είναι θεμέλιο της αρετής και σχολείο της πνευματικής ζωής. Πάτησε στα πρόθυρά του μόνο, οποιαδήποτε ώρα, κι αμέσως θα ξεχάσεις τις καθημερινές φροντίδες. Πέρασε μέσα, και μια αύρα πνευματική θα περικυκλώσει την ψυχή σου. Αυτή η ησυχία προξενεί δέος και διδάσκει τη χριστιανική ζωή· ανορθώνει το φρόνημα και δεν σε αφήνει να θυμάσαι τα παρόντα· σε μεταφέρει από τη γη στον ουρανό. Κι αν τόσο μεγάλο είναι το κέρδος όταν δεν γίνεται λατρευτική σύναξη, σκέψου, όταν τελείται η Λειτουργία και οι προφήτες διδάσκουν, οι απόστολοι κηρύσσουν το Ευαγγέλιο, ο Χριστός βρίσκεται ανάμεσα στους πιστούς, ο Θεός Πατέρας δέχεται την τελούμενη θυσία, το Άγιο Πνεύμα χορηγεί τη δική Του αγαλλίαση, τότε λοιπόν, με πόση ωφέλεια πλημμυρισμένοι δεν φεύγουν από το ναό οι εκκλησιαζόμενοι;
            Στην εκκλησία συντηρείται η χαρά όσων χαίρονται· στην εκκλησία βρίσκεται η ευθυμία των πικραμένων, η ευφροσύνη των λυπημένων, η αναψυχή των βασανισμένων, η ανάπαυση των κουρασμένων. Γιατί ο Χριστός λέει: «Ελάτε σ’ εμένα όλοι όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι με προβλήματα, κι εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθ. 11:28). Τι πιο ποθητό απ’ αυτή τη φωνή; Τι πιο γλυκό από τούτη την πρόσκληση; Σε συμπόσιο σε καλεί ο Κύριος, όταν σε προσκαλεί στην εκκλησία· σε ανάπαυση από τους κόπους σε παρακινεί· σε ανακούφιση από τις οδύνες σε μεταφέρει. Γιατί σε ξαλαφρώνει από το βάρος των αμαρτημάτων. Με την πνευματική απόλαυση θεραπεύει τη στενοχώρια και με τη χαρά τη λύπη.

Γιατί δεν εκκλησιάζεσαι;

            Παρ’ όλα αυτά, λίγοι είναι εκείνοι που έρχονται στην εκκλησία. Τι θλιβερό! Στους χορούς και στις διασκεδάσεις τρέχουμε πρόθυμα. Τις ανοησίες των τραγουδιστών τις ακούμε με ευχαρίστηση. Τις αισχρολογίες των ηθοποιών τις απολαμβάνουμε για ώρες, δίχως να βαριόμαστε. Και μόνο όταν μιλάει ο Θεός, χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε και ζαλιζόμαστε. Μα και στα ιπποδρόμια, μολονότι δεν υπάρχει στέγη για να προστατεύει τους θεατές από τη βροχή, τρέχουν οι περισσότεροι σαν μανιακοί, ακόμα κι όταν βρέχει ραγδαία, ακόμα κι όταν ο άνεμος σηκώνει τα πάντα. Δεν λογαριάζουν ούτε την κακοκαιρία ούτε το κρύο ούτε την απόσταση. Τίποτα δεν τους κρατάει στα σπίτια τους. Όταν, όμως, πρόκειται να πάνε στην εκκλησία, τότε και το ψιλόβροχο τους γίνεται εμπόδιο. Κι αν τους ρωτήσεις, ποιος είναι ο Αμώς ή ο Οβδιού, πόσοι είναι οι προφήτες ή οι απόστολοι, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν το στόμα τους. Για τ’ άλογα, όμως, τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς μπορούν σε πληροφορήσουν με κάθε λεπτομέρεια. Είναι κατάσταση αυτή;
            Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, και σχεδόν κανένας δεν παρουσιάζεται στο ναό. Φαίνεται πως η απόσταση παρασύρει τους χριστιανούς στην αμέλεια· ή μάλλον όχι η απόσταση, αλλά η αμέλεια μόνο τους εμποδίζει. Γιατί, όπως τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει αυτόν που έχει αγαθή προαίρεση και ζήλο να κάνει κάτι, έτσι και τον αμελή, τον ράθυμο και αναβλητικό όλα μπορούν να τον εμποδίσουν.
            Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους για την Αλήθεια, κι εσύ λογαριάζεις μια τόσο μικρή απόσταση; Εκείνοι θυσίασαν τη ζωή τους για το Χριστό, κι εσύ δεν θέλεις ούτε λίγο να κοπιάσεις; Ο Κύριος πέθανε για χάρη σου, κι εσύ Τον περιφρονείς; Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, κι εσύ βαριέσαι να έρθεις στο ναό, προτιμώντας να κάθεσαι στο σπίτι σου; Και όμως, πρέπει να έρθεις, για να δεις το διάβολο να νικιέται, τον άγιο να νικάει, το Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να θριαμβεύει.
            ‘’Μα είμαι αμαρτωλός’’, λες, ‘’και δεν τολμώ ν’ αντικρύσω τον άγιο’’. Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος. Ή μήπως δεν γνωρίζεις, ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, έχουν διαπράξει αμαρτίες; Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη, ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους.
            ‘’Αφού, όμως, δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία’’, θα μου πει κάποιος, ‘’πως μπορώ να έρθω πάλι;’’. Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει και δεύτερη και πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο.
            Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς. Όμως δεν είναι εύλογη και τούτη η πρόφαση. Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του άφησε μία. Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες;
            Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό. Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία, και θα φέρεις  στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών. Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου τη στάση χάσεις κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής.
            Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου· και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά. Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού.
            ‘’Ναι, αλλά μπορώ’’, λέει κάποιος άλλος, ‘’να προσευχηθώ και στο σπίτι μου’’. Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατόν να προσευχηθείς και στο σπίτι σου· είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία, όπου υπάρχει το πλήθος των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό. Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου, όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών· για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό.
            Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι· όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί και ελκύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού. Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας;
           
Η προσέλευσή μας στο ναό

            Σας παρακαλώ, λοιπόν, και σας ικετεύω, ας προτιμάτε από οποιαδήποτε άλλη ασχολία και φροντίδα τον εκκλησιασμό. Ας τρέχουμε πρόθυμα, όπου κι αν βρισκόμαστε, στην εκκλησία.
            Προσέξτε, όμως, κανείς να μην μπει στον ιερό αυτό χώρο, έχοντας βιοτικές φροντίδες ή περισπασμούς ή φόβους. Αλλά αφού τ’ αφήσουμε όλα τούτα έξω, στις πύλες του ναού, τότε ας περάσουμε μέσα. Γιατί ερχόμαστε στα ανάκτορα των ουρανών, πατάμε σε τόπους που αστράφτουν.
            Ας διώξουμε από την ψυχή μας πρώτα-πρώτα τη μνησικακία, για να μην κατακριθούμε, όταν παρουσιαστούμε μπροστά στο Θεό και προσευχηθούμε λέγοντας: «Πάτερ ημών..., άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Διαφορετικά, πώς θέλεις να φανεί ο Δεσπότης Χριστός γλυκός και πράος απέναντί σου, αφού εσύ γίνεσαι στον συνάνθρωπό σου σκληρός και δεν τον συγχωρείς; Πώς θα μπορέσεις να υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό; Πώς θα κινήσεις τη γλώσσα σου σε λόγια προσευχής; Πώς θα ζητήσεις συγγνώμη; Ακόμα κι αν θέλει ο Θεός να συγχωρήσει τις αμαρτίες σου, δεν Τον αφήνεις εσύ, επειδή δεν συγχωρείς τον πλησίον σου.

Η αμφίεσή μας

            Μα και η ενδυμασία μας στο ναό να είναι καλή από κάθε πλευρά. Να είναι κόσμια και όχι εξεζητημένη. Γιατί το κόσμιο είναι σεμνό, ενώ το εξεζητημένο είναι άσεμνο.
            Αυτό ακριβώς μας παραγγέλλει και ο απόστολος Παύλος, όταν λέει: «Θέλω να προσεύχονται οι άνδρες σε κάθε  τόπο, σηκώνοντας προς τον ουρανό χέρια όσια, χωρίς οργή και δισταγμό ολιγοπιστίας. Επίσης και οι γυναίκες να προσεύχονται με αμφίεση σεμνή, στολίζοντας τον εαυτό τους με σεμνότητα και σωφροσύνη, όχι με περίτεχνες κομμώσεις και χρυσά κοσμήματα ή μαργαριτάρια ή ενδύματα πολυτελή, αλλά με ό,τι ταιριάζει στις γυναίκες που λένε ότι σέβονται το Θεό, δηλαδή με καλά έργα» (Α’ Τιμ. 2:8-10). Αν, λοιπόν, απαγορεύει στις γυναίκες εκείνα που είναι απόδειξη πλούτου, πολύ περισσότερο απαγορεύει όσα κινούν την περιέργεια, όπως τα φτιασίδια, το βάψιμο των ματιών, το κουνιστό βάδισμα, τα παράξενα ρούχα και τα παρόμοια.
            Τι λες, γυναίκα; Έρχεσαι στο ναό να προσευχηθείς, και στολίζεσαι με χρυσαφικά και χτενίζεσαι επιτηδευμένα; Μήπως ήρθες για να χορέψεις; Μήπως για να λάβεις μέρος σε γαμήλια γιορτή; Εκεί έχουν θέση τα χρυσαφικά και οι πολυτέλειες· εδώ δεν χρειάζεται τίποτα απ’ αυτά. Ήρθες να παρακαλέσεις το Θεό για τις αμαρτίες σου. Τι στολίζεις, λοιπόν, τον εαυτό σου; Αυτή η εμφάνιση δεν είναι γυναίκας που ικετεύει. Πώς μπορείς να στενάξεις, πώς μπορείς να δακρύσεις, πώς μπορείς να προσευχηθείς με θέρμη, έχοντας τέτοια αμφίεση; Θέλεις να φαίνεσαι ευπρεπής; Φόρεσε το Χριστό και όχι το χρυσό. Ντύσου την ελεημοσύνη, τη φιλανθρωπία, τη σωφροσύνη, την ταπεινοφροσύνη. Αυτά αξίζουν περισσότερο απ’ όλο το χρυσάφι. Αυτά και την ωραία την κάνουν ωραιότερη και την άσχημη την ομορφαίνουν. Να ξέρεις, γυναίκα, πως, όταν στολιστείς πολύ, γίνεσαι πιο αισχρή κι από τη γυμνή, γιατί έχεις αποβάλει πια την κοσμιότητα.

Προσοχή και προσευχή

            Αλλά και η διαγωγή μας, όσο βρισκόμαστε μέσα στο ναό, ας είναι η πρέπουσα, όπως αρμόζει σε άνθρωπο που βρίσκεται μπροστά στο Θεό. Να μην ασχολούμαστε με άσκοπες συζητήσεις, μα να στεκόμαστε με φόβο και τρόμο, με προσοχή και προθυμία, με το βλέμμα στραμμένο στη γη και την ψυχή υψωμένη στον ουρανό.
            Γιατί έρχονται πολλοί στην εκκλησία, επαναλαμβάνουν μηχανικά ψαλμούς και ευχές, και φεύγουν, δίχως να ξέρουν τι είπαν. Τα χείλη κινούνται, αλλά τ’ αυτιά δεν ακούνε. Εσύ δεν ακούς την προσευχή σου, και θέλεις να σε εισακούσει ο Θεός; Γονάτισα, λες· αλλά ο νους σου πετούσε μακριά. Το σώμα σου ήταν μέσα στην εκκλησία και η ψυχή σου έξω. Το στόμα έλεγε την προσευχή και ο νους μετρούσε τόκους, συμβόλαια, συναλλαγές, χωράφια, κτήματα, συναναστροφές με φίλους. Κι όλα αυτά συμβαίνουν, γιατί ο διάβολος είναι πονηρός· ξέρει πως την ώρα της προσευχής κερδίζουμε πολλά, γι’ αυτό τότε επιτίθεται με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Άλλες φορές είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, και τίποτα δεν σκεφτόμαστε· ήρθαμε όμως στην εκκλησία να προσευχηθούμε, και ο διάβολος μας έβαλε ένα σωρό λογισμούς, ώστε καθόλου να μην ωφεληθούμε.
            Αν, αλήθεια, ο Θεός σου ζητήσει λόγο για την αδιαφορία ή και την ασέβεια που δείχνεις στις λατρευτικές συνάξεις, τι θα κάνεις; Να, την ώρα που Αυτός σου μιλάει, εσύ, αντί να προσεύχεσαι, έχεις πιάσει κουβέντα με τον διπλανό σου για πράγματα ανώφελα. Και όλα τ’ άλλα αμαρτήματά μας αν παραβλέψει ο Θεός, τούτο φτάνει για να στερηθούμε τη σωτηρία. Μην το θεωρείς μικρό παράπτωμα. Για να καταλάβεις, τη βαρύτητά του, σκέψου τι γίνεται στην ανάλογη περίπτωση των ανθρώπων. Ας υποθέσουμε ότι συζητάς μ’ ένα επίσημο πρόσωπο ή μ’ έναν εγκάρδιο φίλο σου. Και ενώ εκείνος σου μιλάει, εσύ γυρίζεις αδιάφορα το κεφάλι σου και αρχίζεις να κουβεντιάζεις με κάποιον άλλο. Δεν θα προσβληθεί ο συνομιλητής σου απ’ αυτή την απρέπειά σου; Δεν θα θυμώσει; Δεν θα σου ζητήσει το λόγο;
            Αλίμονο! Βρίσκεσαι στη θεία Λειτουργία, κι ενώ το βασιλικό τραπέζι είναι ετοιμασμένο, ενώ ο Αμνός του Θεού θυσιάζεται για χάρη σου, ενώ ο ιερέας αγωνίζεται για τη σωτηρία σου, εσύ αδιαφορείς. Την ώρα που τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ σκεπάζουν τα πρόσωπά τους από δέος και όλες οι ουράνιες δυνάμεις μαζί με τον ιερέα παρακαλούν το Θεό για σένα, τη στιγμή που κατεβαίνει από τον ουρανό η φωτιά του Αγίου Πνεύματος και το αίμα του Χριστού χύνεται από την άχραντη πλευρά Του μέσα στο άγιο Ποτήριο, τη στιγμή αυτή η συνείδησή σου, άραγε, δεν σε ελέγχει για την απροσεξία σου; Σκέψου, άνθρωπε μου, μπροστά σε Ποιον στέκεσαι την ώρα της φρικτής μυσταγωγίας και μαζί με ποιους – με τα Χερουβείμ, με τα Σεραφείμ, με όλες τις ουράνιες δυνάμεις. Αναλογίσου μαζί με ποιους ψάλλεις και προσεύχεσαι. Είναι αρκετό για να συνέλθεις, όταν θυμηθείς ότι, ενώ έχεις υλικό σώμα, αξιώνεσαι να υμνείς τον Κύριο της κτίσεως μαζί με τους ασώματους αγγέλους.
            Μη συμμετέχεις, λοιπόν, στην ιερή εκείνη υμνωδία με αδιαφορία. Μην έχεις στο νου σου βιοτικές σκέψεις. Διώξε κάθε γήινο λογισμό και ανέβα νοερά στον ουρανό, κοντά στο θρόνο του Θεού. Πέταξε εκεί μαζί με τα Σεραφείμ, φτερούγισε μαζί τους, ψάλε τον τρισάγιο ύμνο στην Παναγία Τριάδα.

Η θεία Κοινωνία

            Και σαν έρθει η στιγμή της θείας Κοινωνίας και πρόκειται να πλησιάσεις την αγία Τράπεζα, πίστευε ακλόνητα πως εκεί είναι παρών ο Χριστός, ο Βασιλιάς των όλων. Όταν δεις τον ιερέα να σου προσφέρει το σώμα και το αίμα του Κυρίου, μη νομίσεις ότι ο ιερέας το κάνει αυτό, αλλά πίστευε ότι το χέρι που απλώνεται είναι του Χριστού. Αυτός που λάμπρυνε με την παρουσία Του την τράπεζα του Μυστικού Δείπνου, Αυτός και τώρα διακοσμεί την Τράπεζα της θείας Λειτουργίας. Παραβρίσκεται πραγματικά και εξετάζει του καθενός την προαίρεση και παρατηρεί ποιος πλησιάζει με ευλάβεια ταιριαστή στο άγιο Μυστήριο, ποιος με πονηρή συνείδηση, με σκέψεις βρωμερές και ακάθαρτες, με πράξεις μολυσμένες. Αναλογίσου, λοιπόν, κι εσύ ποιο ελάττωμά σου διόρθωσες, ποιαν αρετή κατόρθωσες, ποιαν αμαρτία έσβησες με την εξομολόγηση, σε τι έγινες καλύτερος. Αν η συνείδησή σου σε πληροφορεί ότι φρόντισες αρκετά για την επούλωση των ψυχικών σου τραυμάτων, αν έκανες κάτι περισσότερο από τη νηστεία, κοινώνησε με φόβο Θεού. Αλλιώς, μείνε μακριά από  τα άχραντα Μυστήρια. Και όταν καθαριστείς απ’ όλες τις αμαρτίες σου, τότε να πλησιάσεις.
            Να προσέρχεστε, λοιπόν, στη θεία Κοινωνία με φόβο και τρόμο, με συνείδηση καθαρή, με νηστεία και προσευχή. Χωρίς να θορυβείτε, χωρίς να ποδοπατάτε και να σπρώχνετε τους διπλανούς σας. Γιατί αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη τρέλα και τη χειρότερη περιφρόνηση των θείων Μυστηρίων.
            Πες μου, άνθρωπε, γιατί κάνεις θόρυβο; Γιατί βιάζεσαι; Σε πιέζει τάχα η ανάγκη να κάνεις τις δουλειές σου; Και σου περνάει άραγε, την ώρα που πας να κοινωνήσεις, η σκέψη ότι έχεις δουλειές; Έχεις μήπως την αίσθηση ότι είσαι πάνω στη γη; Νομίζεις ότι βρίσκεσαι μαζί με ανθρώπους και όχι με τους χορούς των αγγέλων; Μα κάτι τέτοιο είναι δείγμα πέτρινης καρδιάς....

Κάθε πότε να κοινωνούμε;

            Υπάρχει κι ένα άλλο θέμα: Πολλοί κοινωνούν μια φορά το χρόνο, άλλοι δύο φορές, άλλοι περισσότερες. Ποιους απ’ αυτούς θα επιδοκιμάσουμε; Όσους μια φορά, όσους πολλές ή όσους λίγες φορές μεταλαβαίνουν; Ούτε τους μία ούτε τις πολλές ούτε τους λίγες, μα εκείνους που πλησιάζουν στο άγιο Ποτήριο με καρδιά αγνή, με βίο ανεπίληπτο. Αυτοί ας κοινωνούν πάντα. Οι άλλοι, οι αμετανόητοι αμαρτωλοί, ας μένουν μακριά από τα άχραντα Μυστήρια, γιατί αλλιώς κρίμα και καταδίκη, ετοιμάζουν για τον εαυτό τους. Ο άγιος απόστολος λέει: «Όποιος τρώει τον άρτο και πίνει το ποτήριο του Κυρίου με τρόπο ανάξιο, γίνεται ένοχος αμαρτήματος απέναντι στο σώμα και στο αίμα του Κυρίου, προκαλώντας την καταδίκη του» (Α’ Κορ. 11:27, 29). Θα τιμωρηθεί, δηλαδή, τόσο αυστηρά, όσο και οι σταυρωτές του Χριστού, αφού κι εκείνοι έγιναν ένοχοι αμαρτήματος απέναντι στο σώμα Του.
            Πολλοί από τους πιστούς έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο περιφρονήσεως των αγίων Μυστηρίων, ώστε, ενώ είναι γεμάτοι από αμέτρητες κακίες και δεν διορθώνουν καθόλου τον εαυτό τους, κοινωνούν στις γιορτές απροετοίμαστοι. Μη γνωρίζοντας ότι προϋπόθεση της θείας Κοινωνίας δεν είναι η γιορτή, αλλά, καθώς είπαμε, η καθαρή συνείδηση. Και όπως αυτός που δεν αισθάνεται κανένα κακό στη συνείδησή του, πρέπει καθημερινά να προσέρχεται στη θεία Κοινωνία, έτσι κι αυτός που είναι φορτωμένος αμαρτήματα και δεν μετανοεί, πρέπει να μην κοινωνεί ούτε στη γιορτή. Γι’ αυτό και πάλι σας παρακαλώ όλους να μην πλησιάζετε στα θεία Μυστήρια έτσι απροετοίμαστοι κι επειδή το απαιτεί η γιορτή, αλλά, αν κάποτε αποφασίσετε να λάβετε μέρος στη θεία Λειτουργία και να κοινωνήσετε, να καθαρίζετε καλά τον εαυτό σας, από πολλές μέρες πριν, με τη μετάνοια, την προσευχή, την ελεημοσύνη, τη φροντίδα για τα πνευματικά πράγματα.

Παραμονή ως την απόλυση

            Ήρθες, λοιπόν, στην εκκλησία και αξιώθηκες να συναντήσεις το Χριστό; Μη φύγεις, αν δεν τελειώσει η ακολουθία. Αν φύγεις πριν από την απόλυση, είσαι ένοχος όσο κι ένας δραπέτης. Πηγαίνεις στο θέατρο και, αν δεν τελειώσει η παράσταση, δεν φεύγεις. Μπαίνεις στην εκκλησία, στον οίκο του Κυρίου, και γυρίζεις την πλάτη στα άχραντα Μυστήρια; Φοβήσου τουλάχιστον εκείνον που είπε: «Όποιος καταφρονεί το Θεό, θα καταφρονηθεί απ’ Αυτόν» (Πρβλ. Παροιμ. 13:13).
            Τι κάνεις, άνθρωπε; Ενώ ο Χριστός είναι παρών, οι άγγελοι Του παραστέκονται, οι αδελφοί σου κοινωνούν ακόμα, εσύ τους εγκαταλείπεις και φεύγεις; Ο Χριστός σου προσφέρει την αγία σάρκα Του, κι εσύ δεν περιμένεις λίγο, για να Τον ευχαριστήσεις έστω με τα λόγια; Όταν παρακάθεσαι σε δείπνο, δεν τολμάς να φύγεις, έστω κι αν έχεις χορτάσει, τη στιγμή που οι φίλοι σου κάθονται ακόμα στο τραπέζι. Και τώρα που τελούνται τα φρικτά Μυστήρια του Χριστού, τ’ αφήνεις όλα στη μέση και φεύγεις;
            Θέλετε να σας πω τίνος το έργο κάνουν όσοι φεύγουν πριν τελειώσει η θεία Λειτουργία και δεν συμμετέχουν έτσι στις τελευταίες ευχαριστήριες ευχές; Ίσως είναι βαρύ αυτό που πρόκειται να πω, μα πρέπει να το πω. Όταν ο Ιούδας πήρε μέρος στον Μυστικό Δείπνο του Χριστού, ενώ όλοι ήταν καθισμένοι στο τραπέζι, αυτός σηκώθηκε πριν από τους άλλους κι έφυγε. Εκείνον, λοιπόν, τον Ιούδα μιμούνται... Αν δεν έφευγε τότε εκείνος, δεν θα γινόταν προδότης, δεν θα χανόταν. Αν δεν ξεχώριζε τον εαυτό του από το ποίμνιο, δεν θα τον έβρισκε μόνο του ο λύκος, για να τον φάει.

Μετά τον εκκλησιασμό

            Εμείς ας αναχωρούμε από τη θεία Λειτουργία σαν λιοντάρια που  βγάζουν φωτιά, έχοντας γίνει φοβεροί ακόμα και στο διάβολο. Γιατί το άγιο αίμα του Κυρίου που κοινωνούμε, ποτίζει την ψυχή μας και της δίνει μεγάλη δύναμη. Όταν το μεταλαβαίνουμε άξια, διώχνει τους δαίμονες μακριά και φέρνει κοντά μας τους αγγέλους και τον Κύριο των αγγέλων. Αυτό το αίμα είναι η σωτηρία των ψυχών μας, μ’ αυτό λούζεται η ψυχή, μ’ αυτό στολίζεται. Αυτό το αίμα κάνει το νου μας λαμπρότερο από τη φωτιά, αυτό κάνει την ψυχή μας λαμπρότερη από το χρυσάφι.
            Προσελκύστε, λοιπόν, τους αδελφούς μας στην εκκλησία, προτρέψτε τους πλανημένους, συμβουλέψτε τους όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα. Κι αν ακόμα τίποτα δεν πεις, αλλά βγεις από την ιερή σύναξη, δείχνοντας στους απόντες – και με την εμφάνιση και με το βλέμμα και με τη φωνή και με το βάδισμα και μ’ όλη σου τη σεμνότητα – τι κέρδος που αποκόμισες από το ναό, αυτό είναι αρκετό για παραίνεση και συμβουλή. Γιατί έτσι πρέπει να βγαίνουμε από το ναό, σαν από τα ιερά άδυτα, σαν να κατεβαίνουμε από τους ίδιους τους ουρανούς. Δίδαξε όσους δεν εκκλησιάζονται ότι έψαλες μαζί με τα Σεραφείμ, ότι ανήκεις στην ουράνια πολιτεία, ότι συναντήθηκες με το Χριστό και μίλησες μαζί Του. Αν έτσι ζούμε τη θεία Λειτουργία, δεν θα χρειαστεί να πούμε τίποτα στους απόντες. Αλλά βλέποντας εκείνοι τη δική μας ωφέλεια, θα νιώσουν τη δική τους ζημιά και θα τρέξουν γρήγορα στην εκκλησία, για ν’ απολαύσουν τα ίδια αγαθά, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, αιώνια ανήκει η δόξα.


Αμήν.




Θεοφάνης Μοναχός  -  Αρθρογράφος  



Σχετικά με το να μην απελπιζόμαστε





Κάποιος αδελφός νικήθηκε από το πάθος της πορνείας και έκανε την αμαρτία καθημερινά., αλλά και καθημερινά ζητούσε έλεος από τον Κύριό του με δάκρυα και προσευχές. Ενεργώντας λοιπόν έτσι, τον ξεγελούσε η κακή συνήθεια, και έκανε την αμαρτία· έπειτα πάλι, μετά την αμαρτία, πήγαινε στην εκκλησία, και βλέποντας την ιερή και σεβάσμια  εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, έπεφτε μπροστά της με πικρά δάκρυα και έλεγε: «Σπλαχνίσου με, Κύριε, και πάρε από επάνω μου αυτόν τον ύπουλο πειρασμό, γιατί  με ταλαιπωρεί φοβερά και με τραυματίζει με τις πικρές ηδονές. Δεν έχω πρόσωπο, Κύριε, να αντικρύσω και να δω την αγία εικόνα σου και την υπέρλαμπρη μορφή του προσώπου σου, ώστε να γλυκαθεί η καρδιά μου».
Τέτοια έλεγε, και όταν έβγαινε από την εκκλησία έπεφτε πάλι στον βούρκο. Όμως και πάλι δεν απελπιζόταν για τη σωτηρία του, αλλά από την αμαρτία ξαναγύριζε στην εκκλησία και έλεγε τα παρόμοια προς τον φιλάνθρωπο Κύριο και Θεό: «Εσένα, Κύριε, βάζω εγγυητή, ότι από εδώ και πέρα δεν θα ξανακάνω αυτή την αμαρτία· μόνο, αγαθέ, συγχώρησε μου όσες αμαρτίες σου έκανα από την αρχή  μέχρι τώρα».  Και αφού έδινε αυτές τις φοβερές υποσχέσεις, πάλι γύριζε στη βαριά αμαρτία του. Και έβλεπε κανείς τη γλυκύτατη φιλανθρωπία και την άπειρη αγαθότητα του Θεού να ανέχεται καθημερινά και να υπομένει την αδιόρθωτη και βαριά παράβαση  και την αχαριστία του αδελφού και να θέλει από πολλή ευσπλαχνία τη μετάνοιά του και την οριστική επιστροφή του. Γιατί αυτό δεν γινόταν για ένα, δύο ή τρία χρόνια, αλλά για δέκα και περισσότερο.

Βλέπετε αδελφοί, την άμετρη  ανοχή και την άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου; Πως κάθε φορά δείχνει μακροθυμία και καλοσύνη, υπομένοντας τις βαριές ανομίες και αμαρτίες μας; Γιατί αυτό που συγκλονίζει και προκαλεί θαυμασμό σχετικά με την πλούσια ευσπλαχνία του Θεού είναι ότι ο αδελφός, ενώ υποσχόταν και συμφωνούσε να μην ξανακάνει την αμαρτία, αποδεικνυόταν ψεύτης.

 Μια μέρα λοιπόν, καθώς γινόταν αυτό, ο αδερφός, αφού έκανε την αμαρτία, πήγε τρέχοντας στην εκκλησία, θρηνώντας και στενάζοντας και κλαίγοντας και βιάζοντας της ευσπλαχνία του αγαθού Θεού να τον λυπηθεί και να τον γλυτώσει από τον βούρκο της ασωτείας. Καθώς λοιπόν ο αδελφός παρακαλούσε τον φιλάνθρωπο Θεό, ο αρχέκακος διάβολος, η καταστροφή των ψυχών μας, είδε ότι  τίποτε δεν κάνει, αλλά όσο αυτός έραβε με την αμαρτία, ο αδελφός τα ξήλωνε με τη μετάνοια. Με θράσος λοιπόν του παρουσιάστηκε φανερά και, στρέφοντας το πρόσωπο του προς τη σεβάσμια εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, κραύγαζε και έλεγε: «Τι θα γίνει μ’ εμάς τους δύο, Ιησού Χριστέ; Η άπειρη συμπάθειά σου με νικά και με ρίχνει κάτω, καθώς δέχεσαι αυτόν τον πόρνο, τον άσωτο, που κάθε μέρα σου λέει ψέματα και δεν λογαριάζει την εξουσία σου. Γιατί λοιπόν δεν τον καις, αλλά μακροθυμείς και τον ανέχεσαι; Εσύ πρόκειται να δικάσεις του μοιχούς και τους πόρνους και να  εξολοθρεύσεις όλους τους αμαρτωλούς. Πράγματι, δεν είσαι δίκαιος κριτής, αλλά όπου νομίσει η εξουσία σου, κρίνεις άδικα και παραβλέπεις. Εμένα, για τη μικρή παράβαση της υπερηφάνειας, με έριξες από τον ουρανό κάτω· και αυτός είναι ψεύτης και πόρνος και άσωτος, και επειδή πέφτει μπροστά σου, του χαρίζεις ατάραχος την ευμένειά σου. Γιατί λοιπόν σε λένε δίκαιο κριτή; Όπως βλέπω, και εσύ χαρίζεσαι σε πρόσωπα από την πολλή σου αγαθότητα και παραβλέπεις το δίκαιο». Και αυτά ο διάβολος τα έλεγε πνιγμένος από την πολλή πίκρα του και βγάζοντας φλόγες και καπνό από τα ρουθούνια του.

Αφού τα είπε αυτά ο διάβολος, σώπασε· και αμέσως ακούστηκε μία φωνή σαν από το άγιο βήμα να λέει: «Παμπόνηρε και ολέθριε δράκοντα, δεν χόρτασε η κακία σου που κατάπιες όλο τον κόσμο, αλλά και αυτόν που κατέφυγε στο άπειρο έλεος της ευσπλαχνίας μου πασχίζεις να τον αρπάξεις και να τον καταπιείς; Έχεις να παρουσιάσεις αμαρτήματα τόσα  που να ζυγίζουν βαρύτερα από το πολύτιμο αίμα που έχυσα γι’ αυτόν επάνω στον σταυρό; Μάθε ότι η σταύρωση και ο θάνατος μου συγχώρησαν τις αμαρτίες του. Και εσύ βέβαια, όταν αυτός πηγαίνει στην αμαρτία, δεν τον διώχνεις, αλλά τον δέχεσαι με χαρά και δεν τον αποστρέφεσαι, ούτε τον εμποδίζεις, γιατί ελπίζεις να τον κερδίσεις. Εγώ λοπόν, που είμαι τέτοιος σπλαχνικός και φιλάνθρωπος, που έδωσα εντολή στον κορυφαίο μου απόστολο Πέτρο να συγχωρεί ως εβδομήντα φορές το επτά αυτόν που αμαρτάνει καθημερινά, άραγε δεν θα συγχωρήσω και δεν θα τον σπλαχνιστώ; Ναι, σου λέω· και επειδή  καταφεύγει σ’ εμένα, δεν θα τον αποστραφώ, ώσπου να τον πάρω δικό μου· γιατί εγώ για τους αμαρτωλούς σταυρώθηκα και γι’ αυτούς άπλωσα τα άχραντα χέρια μου, έτσι ώστε όποιος θέλει να σωθεί, να καταφεύγει σ’ εμένα και σώζεται. Κανέναν δεν αποστρέφομαι  ούτε διώχνω· ακόμη και μύριες φορές τη μέρα να αμαρτήσει κάποιος και μύριες φορές να έρθει σ’ εμένα, δεν θα φύγει λυπημένος. Γιατί δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους ενάρετους αλλά τους αμαρτωλούς».

Μόλις ακούστηκαν αυτά τα λόγια, ο διάβολος έμεινε στη θέση του τρέμοντας, χωρίς να μπορεί να φύγει. Και ακούστηκε πάλι η φωνή: « Άκουσε, απατεώνα, και σχετικά με αυτό που είπες, ότι δηλαδή είμαι άδικος. Γιατί εγώ είμαι δίκαιος σε όλους, και σε όποια κατάσταση βρω κάποιον, σύμφωνα με αυτή τον κρίνω. Δες, λοιπόν· αυτόν τον βρήκα τώρα σε μετάνοια και επιστροφή, πεσμένο μπροστά στα πόδια μου και νικητή σου. Θα τον πάρω λοιπόν και θα σώσω την ψυχή του, επειδή δεν απελπίστηκε για τη σωτηρία του. Και εσύ, βλέποντας την τιμή που του κάνω, να σουβλιστείς από τον φθόνο σου και να καταντροπιαστείς».

Και όπως ήταν ο αδελφός πεσμένος μπρούμυτα και θρηνούσε, παρέδωσε την ψυχή του· και αμέσως ήρθε οργή μεγάλη σαν φωτιά και έπεσε επάνω στον σατανά και τον κατέκαιγε. Από αυτό λοιπόν ας μάθουμε, αδελφοί, την άμετρη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Θεού και πόσο καλό Κύριο έχουμε, και ποτέ να μην απελπιστούμε ή να αμελήσουμε τη σωτηρία μας.

Κάποιος άλλος πάλι που μετανόησε μετά την αμαρτία αποσύρθηκε στην ησυχία· συνέβη όμως τότε να χτυπήσει σε πέτρα και να πληγωθεί στο πόδι, και τόσο αίμα να τρέξει από την πληγή, ώστε να ξεψυχήσει από τον αιμοραγία. Ήρθαν λοιπόν οι δαίμονες θέλοντας να πάρουν την ψυχή του· και τους λένε οι άγγελοι: «Κοιτάξτε στην πέτρα και δείτε το αίμα του που έχυσε για τον Κύριο». Και με αυτό που είπαν οι άγγελοι, αφέθηκε ελεύθερη η ψυχή.

Σε κάποιον αδερφό που έπεσε σε αμαρτία, παρουσιάστηκε ο σατανάς και είπε: «Δεν είσαι χριστιανός». Ο αδελφός του αποκρίθηκε: «όποιος και να είμαι, πάντως είμαι καλύτερός σου». Ο σατανάς είπε πάλι: «Σου λέω, θα πας στην κόλαση». Και ο αδελφός του απάντησε: «Δεν είσαι εσύ κριτής μου ούτε ο Θεός μου». Έτσι ο σατανάς έφυγε άπρακτος, ενώ ο αδελφός έδειξε ειλικρινή μετάνοια στον Θεό και έγινε άξιος.

Ένας αδελφός που είχε κυριευθεί από λύπη, ρώτησε κάποιον γέροντα:  «Τι να κάνω; Οι λογισμοί μου λένε ότι άδικα απαρνήθηκα τον κόσμο και ότι δεν μπορώ να σωθώ». Και ο γέροντας αποκρίθηκε:  «Ακόμη και αν δεν μπορούμε να μπούμε στη Γη της επαγγελίας, μας συμφέρει να αφήσουμε τα κόκκαλα μας στην έρημο παρά να γυρίσουμε πίσω στη Αίγυπτο».

Άλλος αδελφός ρώτησε τον ίδιο γέροντα: «Πάτερ, τι εννοεί ο προφήτης όταν λέει: ‘‘ Δεν υπάρχει γι’ αυτό σωτηρία από τον Θεό του’’;» και ο γέροντας είπε: «Εννοεί τους λογισμούς της απελπισίας που σπέρνονται από τους δαίμονες σε αυτόν που αμάρτησε και του λένε· ‘‘Δεν υπάρχει πια για σένα σωτηρία από τον Θεό’’, και προσπαθούν να τον γκρεμίσουν στην απελπισία. Αυτούς πρέπει κανείς να τους αντιμάχεται λέγοντας· ‘‘ Καταφύγιό μου είναι ο Κύριος, και αυτός θα ελευθερώσει από την παγίδα τα πόδια μου’’».

Κάποιος από τους πατέρες διηγήθηκε ότι στην Θεσσαλονίκη υπήρχε ένα ασκητήριο παρθένων. Μία από αυτές, από ενέργεια του κοινού εχθρού, έφυγε από το μοναστήρι και έπεσε σε πορνεία, και έμεινε στο πάθος αυτό αρκετό καιρό. Κάποτε όμως, με τη βοήθεια του φιλάνθρωπου Θεού, μετανόησε και γύρισε στο κοινόβιό της. Και φτάνοντας μπροστά στην πύλη, έπεσε νεκρή.

Ο θάνατός της αποκαλύφθηκε σε κάποιον άγιο, ο οποίος είδε τους αγίους αγγέλους που ήρθαν να πάρουν την ψυχή της, και δαίμονες που τους ακολουθούσαν. Στον διάλογο που έγινε μεταξύ τους, οι άγιοι άγγελοι έλεγαν ότι γύρισε με μετάνοια. Οι δαίμονες πάλι αντέλεγαν: «Τόσο καιρό είναι υποδουλωμένη σ’ εμάς και είναι δική μας· άλλωστε δεν πρόλαβε ούτε να μπει στο κοινόβιο, και πώς λέτε ότι μετανόησε;» και είπαν οι άγγελοι: «Από τη στιγμή που είδε ο Θεός την πρόθεσή της να έχει κλίση στον σκοπό αυτό, δέχτηκε τη μετάνοιά της· και η μετάνοια βέβαια ήταν στην εξουσία της, λόγω του σκοπού που έβαλε, η ζωή της όμως ήταν στην εξουσία του Κυρίου του σύμπαντος». Με τα λόγια αυτά ντροπιάστηκαν οι δαίμονες και έφυγαν. Και αυτός που είδε την αποκάλυψη, τη διηγήθηκε στους παρόντες.

Ο αββάς Αλώνιος είπε ότι, αν θέλει ο άθνρωπος, μπορεί από το πρωί ως το βράδι να φτάσει σε θεία μέτρα.

 Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Μωυσή: «Έστω ότι κάποιος δέρνει τον δούλο του για κάποιο σφάλμα που έκανε· τι θα πει ο δούλος;». Αποκρίθηκε ο γέροντας: «Αν  είναι δούλος καλός, θα πει· ‘‘Σπλαχνίσου με έσφαλα’’».  «Δεν λέει τίποτε άλλο;» ξαναρώτησε ο αδελφός. «Τίποτε», απάντησε ο γέροντας· «γιατί από τη στιγμή που θα αναγνωρίσει το σφάλμα του και θα πει ότι έσφαλε, αμέσως τον σπλαχνίζεται ο κύριος του».

Κάποιος αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα: «Αν πέσω σε αξιοδάκρυτο παράπτωμα, με κατατρώει ο λογισμός μου και με κατηγορεί που έπεσα». Ο γέροντας απάντησε: «Αν, την ώρα που  άνθρωπος πέσει σε σφάλμα, πει ‘‘αμάρτησα’’, αμέσως παύει ο λογισμός».

Κάποιας νέας, που λεγόταν Ταϊσία, πέθαναν οι γονείς και έμεινε ορφανή. Αυτή τότε μετέτρεψε το σπίτι της σε ξενώνα των πατέρων της Σκήτης και για πολύ καιρό τους δεχόταν και τους φιλοξενούσε. Όταν όμως ξόδεψε όσα είχε, άρχισε να στερείται. Την πλησίασαν τότε άνθρωποι διεστραμμένοι και την έβγαλαν από τον καλό δρόμο. Και ζούσε πλέον αμαρτωλά,. Έτσι που κατάντησε και στην πορνεία.

Όταν το έμαθαν οι πατέρες, λυπήθηκαν πάρα πολύ και κάλεσαν τον αββά Ιωάννη τον Κολοβό και του είπαν: «Ακούσαμε για την τάδε αδελφή ότι ζει στην αμαρτία. Αυτή, όταν μπορούσε, είχε δείξει αγάπη σ’ εμάς· ας τη βοηθήσουμε και εμείς τώρα, όπως μπορούμε. Κάνε λοιπόν τον κόπο να πας σε αυτήν και με σοφία που σου έδωσε ο Θεός, φρόντισε για τη διόρθωση της».

Πήγε λοιπόν ο γέροντας σε αυτήν, και είπε στη γριά που φύλαγε στην πόρτα: «Πες στην κυρία σου ότι ήρθα». Εκείνη τον έδιωξε λέγοντας: «Εσείς παλιά της τα φάγατε όλα και τώρα είναι φτωχή». Ο γέροντας επέμενε: «Πες της, και θα δει πολύ καλό από εμένα». Ανέβηκε λοιπόν η γριά και ανέφερε στη νέα για τον γέροντα. Ακούγοντας την εκείνη είπε: «Αυτοί οι μοναχοί όλο γυρίζουν κατά την Ερυθρά Θάλασσα και βρίσκουν μαργαριτάρια». Στολίστηκε λοιπόν, κάθισε στο κρεβάτι και είπε στη θυρωρό: «Φέρε τον εδώ».

Όταν μπήκε ο αββάς Ιωάννης, κάθισε κοντά της και, κοιτώντας την στο πρόσωπο, της είπε: «Τι σε έκανε να απορρίψεις τον Ιησού, ώστε να φτάσεις σε αυτή την κατάσταση;» Αυτή, ακούγοντας τα λόγια του, πάγωσε· και ο γέροντας, σκύβοντας το κεφάλι, άρχισε να κλαίει πικρά. «Αββά, γιατί κλαις;» τον ρώτησε. Αυτός σήκωσε λίγο το κεφάλι του, και σκύβοντας πάλι είπε: «Βλέπω τον σατανά να χορεύει στο πρόσωπο σου, και πως να μην κλάψω;» «Υπάρχει μετάνοια, αββά;» ρώτησε η κόρη. «Ναι», της είπε ο γέροντας. Και εκείνη πρόσθεσε: «Πάρε με, όπου νομίζεις». «Πάμε», είπε ο γέροντας, και αυτή αμέσως σηκώθηκε να τον ακολουθήσει. Ο γέροντας παρατήρησε ότι δεν άφησε καμιά παραγγελία για το σπίτι της και θαύμασε.

Κοντεύοντας στην έρημο, τους πρόλαβε το βράδυ. Και ο γέροντας της ετοίμασε ένα μικρό προσκέφαλο, το σταύρωσε και της είπε να κοιμηθεί εκεί. Έκανε έπειτα και για τον εαυτό του πιο πέρα και αφού τελείωσε τις προσευχές του πλάγιασε και αυτός.

Τα μεσάνυχτα ξύπνησε και βλέπει κάτι σαν δρόμο από φως να ξεκινά από αυτήν και να καταλήγει στον ουρανό, και είδε τους αγγέλους του Θεού να ανεβάζουν την ψυχή της. Σηκώθηκε, πλησίασε και τη σκούντηξε με το πόδι. Όταν κατάλαβε ότι ήταν νεκρή, γονάτισε με το πρόσωπο στη γη και παρακαλούσε τον Θεό. Και άκουσε μια φωνή να του λέει ότι η μία ώρα της μετανοίας της έγινε δεκτή περισσότερο από τη μετάνοια πολλών άλλων, που διαρκεί πολύν καιρό αλλά δεν έχει θέρμη.










Θεοφάνης  Μοναχός  -  Αρθρογράφος